Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ποιηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ποιηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2025

Είπαν




















Είπαν:
Όλο το χώμα καίει· ας το θάψουμε.
Δυο τρένα λιωμένα είναι· ας τα θάψουμε. 
57 κορμιά καμένα· ας τα θάψουμε.
Κάποιοι γονείς που κλαίνε· ας τους θάψουμε.
Αναδύθηκαν οι κραυγές και ακούγονται· ας τις θάψουμε.

Έσκαβαν κι έθαβαν τόσο βαθιά, που χτύπησαν τον πυρήνα μας.
Μαζεύτηκε σαν λάβα η οργή μας και χύθηκε στους δρόμους.

Ενώθηκαν οι φωνές του κόσμου· ας τις θάψουμε.

Ψάχνουν στις τσέπες τους, ψάχνουν στα νύχια τους,
λυσσασμένα, απεγνωσμένα, να βρούνε κι άλλο χώμα.

Ενώθηκαν οι φωνές του κόσμου· ας τις θάψουμε.
Ενώθηκαν οι φωνές.
Ενώθηκαν.

Κι όλοι ξέρουμε πια πως δεν υπάρχει τόσο χώμα
για να θάψει την αλήθεια – και όλους εμάς μαζί.

Δευτέρα 14 Νοεμβρίου 2011

Σαν να μην πέρασε μια μέρα



Ανθολογία της οικονομίας

Ποιος είδε κράτος λιγοστό
σ' όλη τη γη μοναδικό,
εκατό να εξοδεύει
και πενήντα να μαζεύει;

Να τρέφει όλους τους αργούς,
νά 'χει εφτά Πρωθυπουργούς,
ταμείο δίχως χρήματα
και δόξης τόσα μνήματα;

Νά 'χει κλητήρες για φρουρά
και να σε κλέβουν φανερά,
κι ενώ αυτοί σε κλέβουνε
τον κλέφτη να γυρεύουνε;

Όλα σ' αυτή τη γη
μασκαρευτήκαν
ονείρατα, ελπίδες και σκοποί,
οι μούρες μας μουτσούνες εγινήκαν
δεν ξέρομε τί λέγεται ντροπή.


Σπαθί αντίληψη, μυαλό
ξεφτέρι,
κάτι μισόμαθε κι όλα τα ξέρει.
Κι από προσπάππου κι από παππού
συγχρόνως μπούφος και αλεπού.

Θέλει ακόμα -κι αυτό είναι
ωραίο-
να παριστάνει τον ευρωπαίο.
Στα δυό φορώντας τα πόδια που 'χει
στο 'να λουστρίνι, στ' άλλο τσαρούχι.

Σουλούπι, μπόϊ, μικρομεσαίο,
ύφος του γόη, ψευτομοιραίο.
Λίγο κατσούφης, λίγο γκρινιάρης,
λίγο μαγκούφης, λίγο μουρντάρης.

Και ψωμοτύρι και για καφέ
το «δε βαρυέσαι» κι «ωχ αδερφέ».
Ωσάν πολίτης, σκυφτός ραγιάς
σαν πιάσει πόστο: δερβέναγας

Δυστυχία σου, Ελλάς,

με τα τέκνα που γεννάς!

Ώ Ελλάς, ηρώων χώρα,

τί γαϊδάρους βγάζεις τώρα;



ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕ

Καταργούμε εφορίες,
καταργούμε τελωνεία,
καταργούμε, επιπλέον,
κάθε μια συγκοινωνία.

Καταργούμε και τους δήμους,
καταργούμε και επαρχία,
καταργούμε τα μεγάλα
και μικρά ουροδοχεία.

Τα δημόσια, επίσης,
καταστήματα του κράτους,
καταργούμε και καμπόσους
δημοσίους αποπάτους.

Κι επιτρέπουμε στο κράτος
να χει μόνο ένα σπίτι,
το λαμπρό φρενοκομείο
του γνωστού Δρομοκαΐτη



Ο Γεώργιος Σουρής γεννήθηκε στην Ερμούπολη της Σύρου το 1853. Θεωρείται ως ένας από τους σπουδαιότερους σατιρικούς ποιητές της νεότερης Ελλάδας, έχοντας χαρακτηριστεί ως «σύγχρονος Αριστοφάνης». Πέθανε στις 26. Αυγούστου 1919.
Όπως φαίνεται, 100 χρόνια απο την εποχή του Σουρή, δεν εχουν αλλάξει και πολλά.


Πέμπτη 3 Νοεμβρίου 2011

ΦΥΣΑΕΙ

Το έθνος μας απειλείται!
Υπέρ βωμών και εστιών.
Μα πρέπει να συντομεύουμε Εξοχότατε,
μας περιμένουν για το τσάι!
Εν θα ουκ εστί πόνος ου λύπη;

Ένας ζητιάνος ξύνει τ' αχαμνά του.
Ο άγνωστος στρατιώτης κρυώνει στο χιονόνερο;
Ο υπουργός χειρονομεί, μια γριά σταυροκοπιέται.
Κύριε των δυνάμεων!!!
Των δυτικών, βέβαια, δυνάμεων.

Σκασμός ,σκασμός λοιπόν μιλάει ο υπουργός!
Τα γάντια χειροκροτούν,
οι φαντάροι παρουσιάζουν όπλα,
οι τράπεζες χωνεύουν τη λεία τους,
δυο αστυνόμοι τρέχουν.

Ποιος είναι;
Τίποτα, τίποτα.
Ποιος είναι;
Ένας άνεργος λιποθύμησε. Τίποτα.
Μπορεί και να πέθανε. Τίποτα.
Σκασμός!!! Σκασμός λοιπόν μιλάει ο υπουργός!

Πρέπει να εξοπλισθώμεν δια να διασφαλίσουμε
την ασφάλεια του έθνους...
Μακάριοι οι πεινώντες και οι διψώντες;
Ω! sorry! Ε, με συγχωρείτε!
Η ελευθερία της πατρίδας ήθελα να πω;

S. O. S.

Φυσάει, φυσάει απόψε φυσάει.
Τρέχουν οι δρόμοι λαχανιασμένοι, φυσάει
κάτω από τις γέφυρες φυσάει
μες τις κιθάρες φυσάει?.

S.O.S.

Δως μου το χέρι σου φυσάει;
Δως μου το χέρι σου.



Τάσος Λειβαδίτης


Πέμπτη 10 Φεβρουαρίου 2011

Twitter-poetry

Τί κάνουμε εδώ?
Ασυντόνιστοι και με hastags ακόλουθοι
εξυπνάκηδες, ειδικοί και άσχετοι
ανάλαφροι και καταθλιπτικοί χιουμορίσται
απεγνωσμένοι λίγο εώς πολύ
στον κόσμο μας
ολοι
ιντερνετικοί
ακτιβιστές στις σπηλιές του Σταρχιδιστάν
με την αγωνία του ρηπλάη
την περηφάνια του ρητουήτ
με τα +1000 φιλικά ταπ-ταπ στην πλάτη
Τί κάνουμε εδώ?

Παρασκευή 16 Απριλίου 2010

Αυτός ο κόσμος γυρίζει γρήγορα

Αυτός ο κόσμος γυρίζει γρήγορα, πολύ γρήγορα
ευτυχώς υπάρχει και αυτή η δύναμη
αυτο το κάτι σαν βαρύτητα που μας κρατάει με επιμονή
αλλιώς θα σκορπίζαμε σαν ψίχουλα κάτω απ' το τραπέζι
στο απέραντο διάστημα, αυτό το αόρατο
που υπάρχει αναμεσα μας

Οι οθόνες τρεμοπαίζουν
χιλιάδες λέξεις και εικόνες τρέχουν μπροστά μας
κι εμεις κοιτάμε και αυτομάτως ξεχνάμε
οι άνθρωποι διχως πρόσωπο, οι άνθρωποι σαν λέξεις
μας κοιτάνε και μας ξεχνάνε κι αυτοί

Αυτός ο κόσμος γυρίζει γρήγορα, πολυ γρήγορα
ευτυχώς, αγάπη μου, ευτυχώς που υπάρχεις κι εσύ




Τρίτη 2 Μαρτίου 2010

Άτιτλος ωκεανός

The moon and the rock


Ενα φιλί μας χώρισε στα δύο
κι υστερα χύθηκε στη μέση ωκεανός
ουτε μισό δεν ειπαμε αντιο
μην τύχει και τ’ακουσει ο ουρανός

Ησυχα έφυγες μην παρει ειδηση, ο διαχειριστής, των ανθρώπων τις πιο βαθιές επιθυμίες. Πριν ξυπνήσει και τραβήξει ασπλαχνος της μοιρας τα σχοινιά μεχρι να σπάσουν, έτσι όπως σπάνε των καραβιών οι κάβοι κι απο θηρία γίνονται χάρτινα παιχνίδια στα κύματα. Απο χαρτί φτιαγμένες οι προσδοκίες και τα όνειρα, απο χαρτί και αυτό το φεγγάρι που σπρώχνω κάθε βράδυ για να’ρθει να σε βρει. Καθώς ισιώνει ο ηλιος τις τσαλακωμένες του ακτίνες πάνω απο το κεφάλι μου, εσυ κατεβάζεις το φεγγάρι, το διαβάζεις, το διπλώνεις και το βάζεις στην τσέπη σου. Υστερα στελνεις ενα φιλί και με βάζεις γλυκά για ύπνο.

Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2010

Το συμπαν που συνωμοτει

Ο,τι τα δαχτυλα και την καρδια μου ζεστανε
βλεπω να φευγει τωρα, τοσο μακρια
που ανθρωπος που γνωρισα ποτέ δεν εχει παει.

Μήπως δεν είχα φτασει κι εγω στις ακρες μου
και επρεπε να ανακαλυψω άλλες
πιο μακρινες και δύσβατες;

Μήπως ακούσανε τις σκέψεις μου τιποτε παλιοί θέοι
και θέλησαν να με πετάξουν στην θάλασσα
που κρυφα μέσα σ' όνειρα νοσταλγησα;

Ισως σ' αυτους να ετρεξε η ίδια η Μούσα
γιατί λυποτανε σε απάνεμο λιμανι να σαπίζω
κι ηθελε να με βλέπει στα βράχια πάλι να τσακίζομαι.



Ετσι ενα βραδυ
χωρις να ξερω
τουτη η πολύτροπη
τι μου ετοιμάζει
με βγαζει στ' ανοιχτα
κι υστερα
πάνω σε κύμα όμορφο κι αλμυρο με πετάει
μαζι με μια κουβεντα τελευταια
'μεσα του να πνιγεις κι εκεινο θα σε σωσει'

Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2010

η γραφη του ερωτα

Θαρρω του ερωτα
δεν του ταιριαζουν οι τελειες
Μονο τα κομματα
Μισες ανασες μεταξυ γλυκων φιλιων

Ετσι να ρεει ζαλιστικος
Διαυγες μεθυσι
Και να σ΄ εθιζουν
Εννοιες κι ουσιες μυστικες

Κι υστερα ενα κενο
Να αφηνεις παραγραφους
Οπως χωριζει ο υπνος
Τις αχωριστες αγκαλιες 

Τρίτη 8 Σεπτεμβρίου 2009

Για τα haiku (χάικου)

Window view

Ισως να ειναι πολυ άδικο, μάλλον ειναι σίγουρα άδικο για την ιδια την ποιηση να την μεταφράζεις, αλλα τι να γίνει... καποιος πρέπει να σφάξει τον κόκορα για να τον φας εσυ κρασάτο. Οταν μαλιστα μιλάμε για μια φιλοσοφία πολύ διαφορετική απο τη δική μας, γλωσσικά αλλα και κοινωνιολογικά τοτε μιλάμε για χαρακίρι.
Στον κόσμο αρέσουν τα χάικου, τα βρίσκει όμορφα, πραγμα περίεργο γιατι στην πραγματικότητα διαβάζουμε μια απόδοση τους, που μόνο απο σπόντα μπορει να πλησιάσει το πρωτότυπο. Γυρω στα 90s γιναν μόδα, τα εγραψε και σε τραγούδι ο Δεληβοριάς αλλα και παλι νομιζω οτι ελάχιστοι τα καταλαβαίνουν.
Με λίγα λόγια και απλά, τα χάικου ειναι μικρα ποιηματα. Οποιο ποιημα ειναι απλά μικρό δεν ειναι χάικου. Υπάρχει μια συγκεκριμένη φόρμα η οποία ορίζει το είδος.

Βασικοί κανόνες:
  1. Θα πρέπει να ειναι αυστηρά 17 συλλαβές
  2. Οταν χωρίζεται σε τρεις σειρές θα πρεπει να εχει 5, 7 και 5 συλλαβες ανα στιχο
  3. Μεσα στο χάικου πρέπει να προσδιορίζεται με κάποιο τρόπο ο χρόνος
  4. Θα πρεπει να ειναι εξαιρετικά λιτο

Υπάρχουν ακομα πολλοι κανόνες/οδηγοι για τα χάικου αλλα αυτοι ειναι λιγότερο βασικοί απο αυτους που εγραψα παραπάνω

Τίποτα δεν ειναι καλύτερο απο τα παραδείγματα

Ξεκιναω λοιπόν κι εγω να φτιάξω χάικου

Ταπεινά την ανθρώπινη σάρκα φόρεσα και πάλι

Εχουμε πετύχει τις 17 συλλαβές, την λιτότητα, οχι όμως και τον προσδιορισμό του χρόνου

Οκτώ Σεπτέμβρη την ανθρώπινη σάρκα φόρεσα παλι

Τωρα το ποίημα έχει και χρονικο προσδιορισμο (και μαλιστα πολυ συγκεκριμενο)

Οκτώ Σεπτέμβρη
την ανθρώπινη σάρκα
φόρεσα παλι

και όπως βλέπουμε οι στιχοι ειναι 5-7-5

Τα κλασικά ιαπωνικά χάικου μιλάνε για την ομορφιά της φύσης και ετσι λίγο η μετάφραση λίγο το ίδιο το στυλ αυτης της ποίησης, μοιάζουν αφηρημένα.
Αυτο δεν ειναι απαραίτητο όμως

Οκτώ Σεπτέμβρη
την ανθρώπινη σάρκα
φόρεσα παλι

Σαν πρώτη βροχή
το δάκρυ ανάβλυσε
πικρές οι λέξεις

Διαλύοντας
ενα σύννεφο θολό
ψεύτικο ίσως

Σήμερα νιώθω
σαν λέξη φτωχότερη
Έτσι πονάω

Δοκιμάστε κι εσεις. Προσπαθηστε να μείνετε μέσα στους κανόνες όσο γίνεται αλλα μην φοβηθειτε να τους παρακάμψετε και λίγο. Τα ελληνικά "χάι-κάι" ειναι λίγο πιο ανέμελα. Ακόμα και ο Σεφέρης εκανε 18σύλλαβο αντι για 17συλλαβο όποτε χρειάστηκε.

Διαβάστε περισσότερα για τα χάικου απο αυτο το πολυ καλό κείμενο


υστερόγραφο: Εγραψα το πρώτο μου χάικου!! (νομίζω)

Πέμπτη 26 Φεβρουαρίου 2009

Εστιατόριο και Δημοκρατία (του Χαρολντ Πιντερ)


Restaurant
(Χαρολντ Πιντερ)

No, you're wrong.

Everyone is as beautiful
as they can possibly be

Particularly at lunch
in a laughing restaurant

Everyone is as beautiful
as they can possibly be

And they are moved 
by their own beauty

And they shed tears for it
in the back of the taxi home





Democracy
(Χαρολντ Πιντερ)

There's no escape.
The big pricks are out.
They'll fuck everything in sight.
Watch your back.

(Februrary 2003)

Τρίτη 17 Φεβρουαρίου 2009

Που είσαι;

εικονα: αλεπουδα

Πού είσαι
(Τάσου Λειβαδίτη)

Έβρεχε εκείνο το βράδυ, έβρεχε
ανέβηκα τα σκαλιά κανείς στην κάμαρα
Έβρεχε;έτρεμε στ' ανοιχτό παράθυρο η κουρτίνα
Έβρεχε..

'Φεύγω μη ζητήσεις να με βρεις. Αγαπώ άλλον!', έγραφε
'Αγαπώ άλλον
Που είσαι; Που να πάω;
Φυσάει, κρυώνω
Που είσαι; Που να πάω;
Φυσάει, κρυώνω
Οι δρόμοι λασπωμένοι, κίτρινα φώτα, έβρεχε

Ζευγάρια αγκαλιασμένα κάτω απ' τις ομπρέλες τους
σε λίγο θα ανάβουνε το φως
Θα κοιτάζονται στα μάτια και θα πετάν από πάνω τους όλη τη μοναξιά
Οι φωτεινές ρεκλάμες ανοιγοκλείνουνε τα μάτια τους
Όλα στην εποχή μας διαφημίζονται γιατί όχι και αυτό ...
Έβρεχε

«Αγαπώ άλλον!»
Με κόκκινα πελώρια γράμματα θα 'ταν υπέροχη διαφήμιση
γιατί όχι και αυτό: ''Αγαπώ άλλον!"
"Θα αγαπώ άλλον''
Που είσαι;
Που να πάω;
Φυσάει κρυώνω
Που είσαι;


Δευτέρα 5 Ιανουαρίου 2009

Μην κοιτάς, ο Κόσμος είν' έτοιμος να διαλυθεί




Harold Pinter
(1930-2008)

Don't look.

Don't look.
The world's about to break.

Don't look.
The world's about to chuck out all its light
and stuff us in the chokepit of its dark,
That black and fat suffocated place
Where we will kill or die or dance or weep
Or scream of whine or squeak like mice
To renegotiate our starting price.


Μην κοιτας

Μην κοιτάς
Ο Κόσμος είν’ έτοιμος να διαλυθεί

Μην κοιτάς
Ο Κόσμος είναι έτοιμος να διώξει όλο το φως του
και να μας χώσει σε κατακόμβη σκοτεινή
Εκείνο το μαύρο, λιγδερό κι ασφυκτικό μέρος
όπου θα σκοτώσουμε ή θα πεθάνουμε ή θα χορέψουμε ή θα θρηνήσουμε
ή θα ουρλιάξουμε ή θα κλαψουρίσουμε ή θα στριγκλίσουμε σαν τα ποντίκια
για να επαναδιαπραγματευθούμε την αρχική μας τιμή

Τρίτη 2 Δεκεμβρίου 2008

'Ωρες


Ταξιδεύω
κι αφήνω πίσω μου τις ώρες
σαν μικρά σημειώματα
ξεχασμένα σε συρτάρια
μαζί με ασήμαντα πράγματα
που όλο λέω να πετάξω.

Τις αφήνω μισο-μουτζουρωμένες σε μικρά χαρτιά
να αφηγούνται πώς πέρασα τον δρόμο στις 9 και 42
τι ονειρεύομουν και το ξέχασα μόλις άνοιξα τα μάτια
πόσες φορές ξεγέλασα τον εαυτό μου σήμερα
και σε σκέφτηκα

‘Υστερα βγαίνω στο κατάστρωμα
γεμίζω το πιστόλι με όλα αυτά
και σημαδεύω τον ουρανό
με τροχιοδεικτικά ποιήματα
που φωτίζουν για λίγο γύρω μου
κι έπειτα σβήνουν

Τετάρτη 19 Νοεμβρίου 2008

Απλό μάθημα

Ένα το κρατούμενο
και το κρατάω

κοινός διαιρέτης
και σπάει στα δύο

προσθέτω εύκολα
μα δύσκολη η αφαίρεση

κάνω επαλήθευση
και πάλι λάθος

Τρίτη 14 Οκτωβρίου 2008

Του κατα φαντασία ποιητή


Λοιπόν, τέρμα!

Κρατάω τα φεγγάρια που παράτησες

και δίνω πίσω, της αγάπης,

το αβάσταχτο κενό.

 

Δεν θέλω τίποτα να με βαραίνει

 

Τις ανελέητες σκέψεις

για να κερδίσω

πρέπει να έχω τα χέρια μου

ελεύθερα                     

 

Και υπόσχομαι

να μην χαρίσω τίποτα πιά

που να μην έδινες

τα πάντα για να έχεις

 

Είπε και ανέβηκε

στο περήφανο μουλάρι του

ο Δον Κιχώτης



Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2008

113131

Φτιάχνεις σημάδια

με το δάχτυλο

μες στο σκοτάδι

 

και δεν το ξέρεις

 

Φτιάχνει νησιά

εκείνη η λάβα

χαμένα κι ακατοίκητα

 

και δεν το ξέρεις

 

πως πονάνε τα μισά

και τα αξόδευτα



 

Δευτέρα 28 Ιουλίου 2008

κόκκινο

Γράφω στις σελίδες πέρα ως πέρα
παρατημένα χαρτιά

μοναχικοί ναυαγοί στο πάτωμα
κι οι λέξεις τα βράδια ξεγλιστρανε
και στάζουν από τις άκρες της σελίδας

Λιώνουν οι άγρυπνες λέξεις
μέσα σε κόκκινες λιμνούλες από μελάνι
Λερώνουν το πάτωμα οι σκέψεις,
λερώνουν τους τοίχους και τις πόρτες

Πρέπει να βάψω αυτό το σπίτι
να φτιάξω ό,τι του λείπει

Τίποτα δεν κάνω
κι ο χρόνος πάλι δε μου φτάνει


Οι σελίδες, μόνο, αιμορραγούν τις σκέψεις

Γεμίζουν τα τζάμια με κόκκινες δαχτυλιές
μα κι αυτές ακόμα, δες, ξεχνάω να καθαρίσω




------------------------------------------------------

Red ink


Ι am writing all the way across the pages
Papers lonely and abandoned,
castaway on the floor next to the bed.
And at the night while I‘m sleeping
these border words are slipping,
dripping off the paper’s edges.

Inside red pools of ink
sleepless words are melting.
And all the thoughts like stains are lying
on the floor, walls and doors


I have to paint this house all over,
take care what’s missing


Running late, short of time
though I am doing nothing


Written papers, bleeding thoughts

Watching my window
filled with red finger marks.
See, how I always tend to forget
forget to clean them

Τετάρτη 4 Ιουνίου 2008

Οι λέξεις

Λέξεις
που τραβάν γραμμές
και σκίζουνε σελίδες
πάνω στο χαρτί
η μία την άλλη
σκέψη πολεμάνε

Λέξεις
απαλές και κοφτερές,
μεγάλες και μικρές
λέξεις σαν ψίθυροι

Λέξεις που φτιάχνουνε φτερά
και ταξιδεύουν
και άλλες που βάζουνε φωτιά
κι ύστερα μετανιώνουν

Λέξεις από το ίδιο μελάνι φτιαγμένες
από την ίδια επιθυμία
και την ίδια αδυναμία

τέτοιες λέξεις σου γράφω
τέτοιες λέξεις,
σου γράφω και σβήνω

γράφω και σβήνω
επίθετα, ουσιαστικά
γράφω και χορογραφώ
πάνω στα πιο όμορφα τραγούδια
που δε μπορώ να σου πω

επίθετα πολύχρωμα που ιριδίζουν
και πετάνε ψηλά
σαν τις σαπουνόφουσκες
γράφω και σβήνω

μικρές επαναστάσεις ξεκινώ
κι ύστερα περνάω από πάνω
και τις καταπνίγω
γράφω και σβήνω

οι λέξεις που επέζησαν
σαν αιχμάλωτοι πολέμου
συγκεντρώνονται σε γραμμές
και κουβαλάνε μέσα τους
περισσότερα από όσα μπορούν να αντέξουν
από όσα μπορούν να σου πουν

κι οι λέξεις που σβήσαν
αυτές,
αυτές οι λέξεις πάνε στον παράδεισο

Τρίτη 3 Ιουνίου 2008

Απουσιολόγιο

Μαθαίνω στην καρδιά να μαθαίνει
κι αυτή κοιτάει έξω από το παράθυρο
και ονειρεύεται κοπάνες

Της λέω να προσέχει και μου βγάζει τη γλώσσα,
της λέω να με ακούει και ρωτάει «γιατί;»

Μαθαίνω στην καρδιά να μαθαίνει
κι αυτή κοιτάει έξω από το παράθυρο
και θέλει να παίξει

της λέω να σοβαρευτεί
κι αυτή μου το σκάει για να μάθω εγώ

Πέμπτη 22 Μαΐου 2008

Και κοίτα, κοίτα να δεις...

Και κοίτα...
κοίτα να δεις
πως μοιάζουν έτσι όμορφα όλα τα ασήμαντα
και τα σημαντικά ξεφτίζουν μες σ’ ένα γκρι ήχο, όλα μαζί

Με σένα,
μες σ΄ένα αρχαίο δράμα
στο ημικύκλιο μικρού σκαμμένου θεάτρου,
κατεβαίνω δύο-δύο τα σκαλιά,
περνάω κιγκλιδώματα, διαζώματα
και φτάνω κάτω εκεί που όλα φαίνονται κι ακούγονται
μα είμαι χωρίς ανάσα και φωνή

Και κοίτα,
κοίτα να δεις
πως μοιάζουν όλοι τόσο δα μικροί
και οι σημαντικοί ξεφτίζουν μες σ’ ένα γκρι πλήθος, όλοι μαζί

Τίποτα,
τίποτα δε συγκρίνεται
με μια σταγόνα χρώμα από μέσα μου
κι ας μην έχω φτιάξει τόσα χρόνια ούτε μισό κύκλο
ούτε αριστουργήματα με θέση στα μουσεία
ούτε το όνομα μου σε δρόμους,
μα ούτε σε ανθρώπους θα δώσω

Και κοίτα...
κοίτα να δεις
πως μοιάζει να΄ναι μικρές σταγόνες αίμα
ό,τι σημαντικό αφήνουμε να ξεφτίσει μέσα στη σιωπή