Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα κειμενο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα κειμενο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 5 Ιουλίου 2013

Η τρίπλα της ελληνίδας μάνας


Δεν γεννήθηκε και ούτε θα γεννηθεί ποδοσφαιριστής που μπορεί να ντριπλάρει όπως η ελληνίδα μάνα. Η ελληνίδα μάνα™ ειναι ικανή να αποκρούσει σίγουρο γκολ με ψαλιδάκι, να τρέξει να κατεβάσει την μπάλα, να διασχίσει όλο το γήπεδο με περίτεχνες τρίπλες και να σπρώξει την μπάλα στα δίχτυα σου τρυφερά, με αγάπη και χάρη.


(Ντριννννν)
-Ναι?
-Ελα παιδί μου, εγώ ειμαι
-Ελα μαμα, τι κάνεις?
-ΑΧ
-Τι ειναι?
-ΠΩΣ ΤΟ ΞΕΧΑΣΑ ΕΓΩ!
-Τι?
-Χρόνια πολλά παιδί μου!
-Χαχα, βρε καλως τηνε.
-Εγω, να το ξεχάσω? ΕΓΩ?
-Καλά, δεν πειράζει...
-Πώς! Πόσες μέρες περάσανε?
-Δεκα
-Δεκα μέρες... που έγω σε κοιλοπόναγα 2 μερόνυχτα ολόκληρα και δεν εβγαινες!!
-Να δεις θα το ειχα μετανιώσει.
-Που μπαίνανε και βγαινανε οι αλλες γυναίκες, γεννούσανε, και εγω εκειιιι. Να σφίγγομαι
-...
-Που επαθα και δισκοπάθεια!
-Καλά, εγώ φταίω και γιαυτό?
-Μα ναι πουλάκι μου, πριν σε γεννήσω δεν ειχα, με το που σε γεννησα το έπαθα.
-Και γιατί μου το κοπανάς, επίτηδες το έκανα?
-Οχι, επίτηδες δεν το έκανες αλλα αφού τοτε το έπαθα!
-Καλά...
-Που με ειχαν δεμενη-κρεμασμένη με τα πόδια ψηλά οι γιατροί για να φτιάξει δήθεν η μέση μου. Τι πόνος αααχχ
-Τι ειναι αυτό το πράγμα απόψε...



Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2012

Μην κλαις. Εντάξει?

Από μικρή μου άρεσε να παρατηρώ τους ανθρώπους, ίσως γιατί απο τότε προσπαθούσα να τους καταλάβω. Πίστευα πως αν καταλάβαινα τους άλλους θα μάθαινα περισσότερα και για μένα. Έτσι ενα μεγαλο μέρος της ζωής μου το πέρασα σαν παρατηρητής. Φυσικά αυτό δεν απέδωσε ιδιαίτερα γιατί μεγαλώνοντας ανακάλυψα το αυτονόητο, οτι μαθαίνεις τον εαυτό σου μέσα απο τις εμπειρίες που βιωνεις. Όσο πιο ζόρικες οι εμπειρίες, τόσο πιο πολλά μαθαίνεις για σένα.
Το Σάββατο που πέρασε έγινα πάλι παρατηρητής αλλα αυτή η φορά ήταν ένα μεγάλο μάθημα για μένα.
Βρισκόμουν στην Καπνικαρέα και πριν προλάβω καλά-καλά να καθίσω, δυο κοπέλες γύρω στα δεκάξι κάθισαν δίπλα μου στη γωνία του πεζουλιού. Η μια έκλαιγε. Την είδα με την άκρη του ματιού μου, αλλα κυρίως την άκουγα. Ενστικτωδώς το πρώτο που σκέφτηκα ήταν να την ρωτήσω τι έπαθε, δεν το έκανα όμως. Δεν θέλησα να ρωτήσω φοβούμενη οτι η απρόσκλητη επέμβαση μου θα την έκανε να νιώσει χειρότερα. Εξάλλου είχε και μια φίλη μαζί, σκέφτηκα καθησυχάζοντας την συνείδηση μου.

Η φίλη της κάτι μουρμούρισε και πήγε στο ζαχαροπλαστείο. Φαντάστηκα οτι θα ζητήσει χαρτομάντιλα ή κατι τέτοιο. Αντίθετα βγήκε κρατώντας μια γρανίτα φράουλα και της την πρόσφερε. Μάταια όμως γιατί η αλλη δεν ήθελε την γρανίτα και συνέχισε να κλαίει γοερά. Λιγα δευτερόλεπτα αργότερα πέρασε μπροστά μας ένα μικρό κοριτσάκι, γυρω στα 9, που κράταγε ένα ακορντεόν. Χωρίς να διστάσει στιγμή γύρισε και με σπασμένη προφορά ρώτησε:
-Γιατί κλαις?
 Η κοπέλα δεν απάντησε
-Γιατί κλαίει, ρώτησε απευθυνόμενη στην φίλη της κλαίουσας αλλα πάλι δεν πήρε απάντηση.
Εκείνη τη στιγμή χτύπησε το κινητό της μικρής και πήγε παραπέρα να μιλήσει σε μια ακατανόητη για μένα γλώσσα. Τα παιδιά ειναι αυθόρμητα, σκέφτηκα, ειδικά όλα όσα γυρνάνε στους δρόμους είναι συχνά αυτό που θα λέγαμε (εμεις οι άνθρωποι με όλα τα πρέπει μας, εμεις οι καθως πρέπει) αδιάκριτα. Όταν τελείωσε το τηλεφώνημα το κοριτσάκι γύρισε πάλι σε μας και με εναν τόνο που έδειχνε πραγματικό ενδιαφέρον την ξαναρώτησε:
-Γιατί κλαις?
-Γιατί τσακώθηκε, απάντησε η φίλη που κατάλαβε οτι δεν θα γλίτωναν εύκολα απο την περιέργεια της.
-Ξύλο? ρωτησε η μικρή
Σαστίσαμε και οι τρεις
-Οχι, οχι ξυλο, μονο τσακώθηκε
-Μην κλαις. Ενταξει? Μην κλαις, ειπε η μικρή και ακούμπησε απαλά το κεφάλι της κοπέλας.
-Δεν μπορώ να μην κλαίω...
-Αυτό δεν το πίνεις? ειπε η μικρή και έδειξε την γρανίτα
-Όχι δεν μπορώ, πονάει ο λαιμός μου...
Το κοριτσάκι ξαφνικά έκανε αναστροφή και έφυγε. Πίστεψα οτι αποφάσισε να φύγει αφου ειδε οτι δεν μπορεί να κάνει κάτι. Ετσι όπως ξαφνικά εμφανίζονται αυτά τα παιδιά, ετσι ξαφνικά εξαφανίζονται. Η μικρή μπήκε στο ζαχαροπλαστείο. Φαντάστηκα οτι μπήκε για να παίξει ακορντεόν, να ζητήσει λεφτά. Αντίθετα  είδα να ζητάει χαρτοπετσέτες και να επιστρέφει. Στάθηκε σιωπηλή μπροστά στην κοπέλα που έκλαιγε και άπλωσε το χέρι με τις χαρτοπετσέτες. Σαν να κράτησε λιγο παραπάνω αυτή η στιγμή. Παρατήρησα τα μακριά καστανόξανθα της μαλλιά της μικρής, την τσαντούλα, το μικρό της ακορντεόν, και τις σαγιονάρες με τα κατάμαυρα δάχτυλα απο όλα τα χιλιόμετρα που είχε κάνει στους δρόμους. Η κοπέλα που έκλαιγε σάστισε, την κοίταζε στα μάτια και ξαφνικά άρχισε τους λυγμους πολύ πιο δυνατα απο ο,τι πριν.
-Μην κλαις, μην κλαις, ειπε το κοριτσάκι σαν να ειχε κάνει κάτι κακό.
-Οχι δεν... δεν... ειναι που... ειναι που συγκινήθηκα, ειπε μέσα στα αναφιλητά της η αλλη και πήρε τα χαρτομάντηλα.
-Εντάξει? μην κλαις... ειπε το κοριτσάκι και η φωνή της ακούστηκε να σπάει.
Η κοπέλα έδωσε τα μισά χαρτομάντιλα πίσω στο κοριτσάκι και αυτό σκούπισε τα δικά του δάκρυα. Εγω προσπάθησα να συγκρατήσω τα δικά μου.
-Μην κλαις, Εντάξει? της ξαναειπε η μικρή κλαίγοντας και αυτή
Τότε η κοπέλα απλωσε τα χέρια της στο μικρό κορίτσι και πέσανε η μια στην αγκαλιά της άλλης. Γυρισα απο την αλλη και σκουπισα με το χέρι τα μάτια μου. Βρε τί ειναι αυτό που πάθαμε στα καλά καθούμενα σκέφτηκα.

Υστερα η φίλη της κοπέλας ρώτησε την μικρή:
-Πας σχολείο? σκοπεύοντας ίσως να την ρωτήσει τί τάξη πάει και όλες αυτές τις ανέμπνευστες ερωτήσεις που κάνουμε στα μικρά παιδιά
-Όχι...
-Δεν πας σχολείο? μονολόγησε έκπληκτη η άλλη, Και τί κάνεις? συνέχισε
-Δουλεύω, ειπε η μικρή με φυσικότητα και έγνεψε με το κεφάλι της προς το μικρό ακορντεόν που κράταγε.
Για λίγα δευτερόλεπτα δεν μίλησε κανείς. Το κοριτσάκι γύρισε και με κοίταξε στα μάτια. Δεν έχω ιδέα τί έκφραση είχα πάρει. Η ώρα είχε περάσει και φάνηκε πως έπρεπε να φύγει. Ακούμπησε απαλά το χέρι της στο κεφάλι της κοπέλας και της ξαναείπε:
-Μην κλαις. Εντάξει?
-Ναι, απάντησε σιγανά η κοπέλα.
Το κοριτσάκι μας χαιρέτησε με ένα νεύμα του κεφαλιού και έφυγε.

Πράγματι όπως ξαφνικά εμφανίζονται αυτά τα παιδιά, έτσι ξαφνικά εξαφανίζονται
Μείναμε αμίλητες και οι τρεις για ώρα.

Τετάρτη 21 Σεπτεμβρίου 2011

Ο μικρός βούδας

Ξαφνικά, καθώς κοιμόμουν, ακούω αγριοφωνάρες «ξύπνα πούστη, ξύπνα ρε, ξύπνα!». Μέσα στον ύπνο μου ένιωθα σαν να κατρακυλάω απο τις σκάλες αλλα αντι για χτυπήματα απο τα μαρμάρινα σκαλιά να χτυπάω σε φάπες. Τετοιο χάλια πρωινό είχα να ζήσω απο τις θρησκευτικές κατασκηνώσεις του Καντιώτη το ’80. Πετάγομαι αναστατωμένος και βλέπω ένα άγνωστο με κουκούλα στο κρεβατι μου. Για μιά στιγμή σταμάτησε να γκαρίζει και γούρλωσε τα μάτια. Ετσι ειναι το μαλλί μου το πρωϊ, αν ηξερα οτι θα ειχα επισκεπτες θα έβαζα το διχτάκι, σκέφτηκα αλλα δεν το ειπα. Αντίθετα είπα να πάρω την πρωτοβουλία να τον ρωτήσω ποιός ειναι.

-Ποιός είσαι? Τι θες?

-Που ειναι τα λεφτά

-Τα λεφτά, ποια λεφτά?

-Ασε τα σάπια και πες μου που έχεις τα λεφτά! Ειπε, και μου έριξε μια ξανάστροφη. Αυτη η σφαλιάρα με ξύπνησε για τα καλά, σαν ένας εσπρέσο μονοκοπανιά.

-Δεν... δεν έχω

Μου έριξε μια κλωτσιά στα αρχίδια και με αφησε λίγο να το σκεφτώ.

-Δεν μπορει να μην εχεις λεφτά κάπου σε αυτο το σπίτι. ΛΕΓΕ! Μου φώναξε

Προσπαθούσα να σκεφτώ. Ειχα κάποια ευρώ στην τσέπη μου.

-Στην τσέπη του πάντ...

-Εξι ευρώ ήταν, με διέκοψε

-Αυτά ηταν, δεν ξερω, δεν θυμαμαι, δεν έχω

-Γαμωτημανασου καριόλη μη με τσαντίζεις, ειπε και μου έριξε μια μπουνια στα αρχιδια.

Σε κεινη την φάση αποφάσισα οτι θα του έδινα τα λεφτά που ειχα κρατησει για να πληρώσω την ΔΕΗ και την έκτακτη εισφορά. Κλεφτες οι μεν, κλεφτες και οι δε... και το κράτος έχει αφήσει τα αρχίδια μου ήσυχα, για την ώρα τουλάχιστον.

Τον πήγα στο σαλόνι και έβγαλα τα 150 ευρώ που είχα φυλάξει στον κώλο του μικρού βούδα. Ο βουδας ήταν δώρο μιας παλιάς γκόμενας, για καλή τύχη μου ειχε πει. Δεν νομιζω οτι πιάνει.

Ο κλέφτης δέχθηκε οτι αυτή θα ήταν ολη κι ολη η λεία του και έκανε να φύγει

-Συγγνωμη, να σας ρωτήσω κάτι?

-Ελα! απάντησε ο κλέφτης με αγριάδα

-Δηλαδή είναι και κάπως αδιάκριτη η ερώτηση...

-Τελείωνε! Μου φώναξε

-Καλα. Ηθελα να ρωτήσω αν κλέβετε μόνο φτωχούς ή αν κλέβετε και πλούσιους

-Τι? Μούγκρισε ο κλέφτης

-Να, δηλαδή, αν είστε σαν την κυβέρνηση ή αν απλά έτυχε τώρα

-Με ειρωνεύεσαι ρε!? Ειπε και όρμησε κατα πάνω μου

-Οχι, οχι. Ηταν μια ειλικρινής απορία. Θελω να πω, αφου κάνετε που κάνετε το έγκλημα, γιατί δεν κλέβετε απο αυτούς που έχουν?.

-Κι εσύ είχες ρε πούστη!

-Ειχα για την ΔΕΗ και την εκτακτη εισφορά, τώρα δεν έχω ούτε αυτά.

-Δεν θα μου πεις εμένα ποιον θα κλέψω, ρε!

-Οχι, δεν ειχα σκοπό να σας κάνω υποδείξεις στη δουλειά σας, απλά αναρωτιέμαι, καταλαβαίνετε. Αν κλέβατε απο τους πλούσιους, μην σας πω οτι θα κάνατε μέχρι και λειτούργημα.

Ο κλέφτης κοντοστάθηκε και αρχισε να το σκέφτεται

-Επιτρέπεται το καπνισμα, με ρώτησε

-Μπορώ να σας χαλάσω χατήρι, δεν μπορω

Κάθισε στην πολυθρόνα και έβγαλε μια κραυγή.

-Ειναι το ελατήριο, τον καθησυχασα, θελω να πάω να την φτιάξω αλλα δεν μου περισσευουν, βαλτε ένα μαξιλάρι για να μην σας τρυπάει.

Μου ζήτησε τσιγάρο, δεν είχα, εβγαλε ένα πακέτο απο την τσέπη του και αναψε.

-Κοιτα, δεν θελω να ανακατευω την δουλειά μου με την πολιτική. Δεν θελω να μπλεχτω ρε παιδάκι μου με ιδεολογίες

-Αντιλαμβάνομαι. Αλλα μηπως πέρα απο το πιο δίκαιο, ειναι και πιο αποτελεσματικό να τα παίρνετε απο τους πλουσιους?

-Για να κάνω γερή μπάζα με την μια λες? Το ξέρω, δεν ειναι πως δεν το ξέρω. Νομίζεις μου αρέσει εμένα να δουλευω νυχθημερόν για μερικά ψωρο-ευρουδάκια? Υπάρχει κρίση, δεν εχει λεφτα ο κόσμος, δεν ειναι αστείο. Ρώτα και μένα που μπαίνω σε τόσα σπίτια. Δεν έχουνε λεφτα, μάνα μου.

-Εμένα μου λέτε? Και πάλι τυχερός ήσασταν μαζι μου. Αν ειχα προλάβει να πληρώσω το λογαριασμό θα κάνατε τόσο κόπο για 6 ευρώ μόνο.

Ο κλέφτης κουνησε συγκαταβατικά το κεφάλι

-Μήπως θέλετε να σας δώσω και τον βούδα, είναι τυχερός λέει...

-Οχι, δεν πειράζει κράτα τον

-Καλά...

Ο κλέφτης φύσηξε τον καπνο και έκανε τρια δαχτυλίδια, ποτέ δεν κατάφερα να κανω πάνω απο δύο, σκέφτηκα και τον ζήλεψα λιγάκι

-Και γιατί δεν κλέβετε και πλούσιους, επέμεινα εγω

-Τι θες τώρα? Εχουνε συναγερμούς, σκυλιά, άσε με.

-Και τι θα κάνετε τελικά, με τόση κρίση εννοώ

-Ε, μαζευω καποια λεφτά στην ακρη

-Σε τράπεζα εδω?

-Εισαι τρελός? Έξω έχω ενα λογαριασμο...

Να τελικά που βγαινουν τα λεφτά των φτωχών στην Ελβετία, σκέφτηκα μα δεν το είπα

-Και τι σκοπευετε να κάνετε?

-Μην γελάσεις

-Οχι

-Με ψήνουν να κατεβω για βουλευτής

Αναψα τσιγάρο

-Βουλευτής?

-Οχι εδω, πάνω στο χωριό, με έχουνε φάει, Το σκέφτομαι να σου πω την αλήθεια.

-Ετσι, ε? ψέλλισα

-Το σκεφτομαι σοβαρά. Ειναι και αυτη η βουλευτική ασυλία, ξέρεις εχει και ισχυ απο τα πριν

-Ναι, κατι άκουσα

-Καλος και ο μισθός, θα πάρω και συνταξη μιά χαρά, υπάρχουνε και τα μπενεφιτς

-Και τα μπένεφιτς, μονολόγησα αφηρημένος

-Αλλα θελει φράγκα για την εκστρατεία. Τα χώνεις απο εδώ και απο εκεί. Να για τις αφίσες, να για τα φλαηέρς, να για το γραφείο υποψηφίου, να για το σαητ, να για τα social media, να για τα sms, να για το ένα, να για το αλλο.

-Το έχετε ψαξει βλέπω

-Βεβαίως... αλλα πρέπει να μαζέψω και αλλα, καταλαβαίνεις

-Να σας δώσω αυτόν τον βούδα... απο καρδιάς


Δευτέρα 23 Μαΐου 2011

Ο μεσαίωνας μέσα μας

Σιγουρα υπάρχουν πολλοί που πιστευουν πως έχει χαθεί ο έλεγχος με το θέμα της μετανάστευσης. Εγω για να ειμαι ακριβής δεν νομίζω οτι υπήρξε κανένας έλεγχος ή καμία στρατηγική για το συγκεκριμένο θέμα. Στην αρχή τους εκμεταλλευτήκαμε, σαν φτηνά εργατικά χέρια τις εποχές που εισρέαν τα επιδόματα απο την Ε.Ε. και σήμερα που εχουμε φτάσει σε αυτην την οικονομική κατάσταση, τους βλέπουμε σαν απειλή, σαν εγκληματίες ή σαν βαρος.

Στο σημείο που κάνουμε λάθος είναι οτι πιστευουμε πως το πρόβλημα ειναι οι μετανάστες. Οτι σε αυτους οφείλονται όλα τα κακά της μοιρας μας. Όλα τα κακά της μοιρας μας δεν οφείλονται στη μοίρα αλλα σε εμάς. Πρώτο βήμα ειναι να το συνειδητοποιήσουμε αυτό. Πολλοι δεν θα τα καταφέρουν, είναι τόσο εύκολο να κατηγορείς τους άλλους και να βαφτίζεις τον εαυτό σου ως θύμα των κακών εβραίων, μασόνων, γκέη, αριστερόχειρων ιχθύων με ωροσκόπο στον Αιγόκερο που συνωμοτούν για να εμποδίσουν το Σύμπαν να συνωμοτήσει υπερ σου.

Μιλάμε για την κρίση και εχουμε γινει ολοι οικονομολόγοι του ανοιχτού καφενείου, αλλά η αληθινή κρίση δεν είναι οικονομική, είναι ανθρωπιστική. Φτάνουμε μέρα με τη μέρα, σε μια εποχή που ο άνθρωπος θα είναι δύσκολο να είναι άνθρωπος. Μας κυριεύει ο φόβος και η ανασφάλεια, καθώς βλέπουμε τηλεόραση ή κοιτάζουμε οι ίδιοι το αθώο αίμα να κυλάει από τις ενώσεις του πεζοδρομίου, προς στα πόδια μας. Ο κόσμος βυθίζεται σε ένα μαύρο πηγαδι τραβώντας ο ένας τον άλλο και απασχολημένος τόσο πολύ με τον προσωπικό του ίλιγγο αδυνατεί να δει ποιος φταίει πραγματικά. Η χειρότερη πλευρά του ανθρώπου αρχίζει και φωτίζεται και η ζωή μας μοιάζει με κάποια εφιαλτική ταινία που θα μπορούσε να έχει σκηνοθετήσει ο Χάνεκε.

Πριν φτάσουμε όμως εδώ, κατρακυλήσαμε όλοι μαζί στην πλαγιά της μεταπολιτευτικής μπιζνας, ρεμουλας, βολεψιάς. Τα θέλαμε όλα δικά μας και απλά απλώναμε το χέρι ή βάζαμε κάποιον δικό μας που ήταν πιο κοντά. Έτσι ψήφισε ο ελληνας, ετσι διορίστηκε, έτσι βολεύτηκε. Μόνο που τώρα που η ηθική κρίση, μας έφερε στο ανασφαλές σήμερα, ξυπνάμε απότομα σαν τρομαγμένοι και ξεβολεμένοι βασιλιάδες. Σίγουρα καποια ξεχασμένα γονίδια του πολυμήχανου Οδυσσέα μας φέρανε μέχρι εδώ, αλλά σε αυτό το ταξίδι δεν είχαμε καμία αιδώ. Τώρα δεν έχουμε να εξιστορήσουμε κάποιο κατόρθωμα, παρα μόνο μιά leasing ευημερία με σκηνές με γαρύφαλλα στα ταψάκια, την σύζευξη του μπουζουκιού με την ηλεκτρική κιθάρα, μια Ολυμπιάδα σαν το πιο ακριβό πάρτυ της ζωής μας, την δωρεάν παιδεία να γίνεται ανωφελής, κάτι τρύπια υποβρύχια, το δείπνο με τους ηλιθιους που οργανώθηκε στη Σοφοκλέους, τα μίζερα μιζόβια νοσοκομεία, την δημιουργική λογιστική των αυτοδημιούργητων λαμογιων, τους πασόκους μυστακοφόρους σοσιαληστές, τους νουδίτες executive καπιταλιστές, τους κουρδιστούς δημόσιους υπάλληλους της κομμουνιστικής επανάστασης και στο κέντρο τον έλληνα που δεν φταίει σε τίποτα.

Δεν φταίμε σε τίποτα;

Νομίζω πως πλέον αυτό το ψέμα το πιστευουν μόνο οι ηλίθιοι.

Για μένα το θέμα δεν είναι τι θα κάνουμε με τόσους εξαθλιωμένους μετανάστες, το θέμα είναι τι θα κάνουμε με τόσους άθλιους έλληνες.

Τι θα κάνουμε με τους τόσους πολιτικάντηδες κλεφτες, τους τόσους αξιοσέβαστους επιχειρηματίες σκλαβέμπορους, με την τόση φτώχεια στο πνευμα και την μικρότητα των μεγάλων και κυρίως τι θα κάνουμε με τους έλληνες.

Είναι αλήθεια πως το έγκλημα φαίνεται να έχει αυξηθεί και αρχίζει να αλλάζει χρώμα. Γίνεται κόκκινο, σαν το αίμα. Όπως το αίμα του 44χρονου στο πεζοδρόμιο της Γ’ Σεπτεμβρίου ή του 21χρονου Μπαγκλαντεσιανού στα Κάτω Πατήσια. Για το έγκλημα που ανθίζει όμως υπάρχει σαφής πολιτική ευθύνη. Η χρήση των αστυνομικών σαν προσωπικοί μπράβοι των πολιτικών ή σαν προσωπικό είσπραξης διοδίων για τους εργολάβους, είναι πολιτική απόφαση. Η χρήση των αστυνομικών για εκφοβισμό και η βίαιη καταστολή της κάθε αντίστασης, είναι πολιτική απόφαση. Η κακή εκπαίδευση των αστυνομικών, είναι αποτέλεσμα πολιτικής. Το χαρτι που επιτρέπει σε όλες τις χωρες να στελνουν τους μετανάστες, πίσω σε εμάς, υπογράφτηκε από πολιτικούς. Ο εγκλωβισμός των μεταναστών και η γκετοποίηση τους είναι πολιτική απόφαση. Η όχι και τόσο συγκαλυμμένη στήριξη της αστυνομίας σε τραμπουκισμούς ακροδεξιών κατά των μεταναστών, δεν είναι τυχαία, ξεκινάει από ψηλά και ειναι θεμα πολιτικής. Η αστυνομία κάτω από πολιτικές διαταγές και χειρισμούς λειτουργεί σαν αυτοάνοσο. Αντι να μας προστατεύει εχει στραφεί εναντίον μας, ειτε άμεσα με ωμή βία είτε έμμεσα διαφυλάττοντας το συμφέρον τρίτων. Όμως, για όλα όσο συμβαίνουν υπάρχει πολιτική ευθύνη.

Τα πράγματα εχουν γινει πολυ ασχημα για τους ανθρώπους γύρω μας, εμείς είμαστε (ακόμη) ευνοημένοι. Καθε μέρα πηγαίνουν 3.500 άνθρωποι στο συσσιτιο του Δημου Αθηναίων. Πριν δεκα χρόνια δεν ήταν ούτε εκατό.
Κάθε μέρα γινονται 30 τηλεφωνήματα στην γραμμή βοήθειας κατά της αυτοκτονίας (ΜΚΟ Κλιμακα). Πριν δυο χρόνια το τηλέφωνο χτυπούσε κανα δυο φορές την ημέρα.


Και ενώ γυρω μας, ο κόσμος όπως τον ξέραμε, μερα με την μέρα γκρεμίζεται, εμεις αντι να κάνουμε ένα βήμα πίσω και να δούμε ψύχραιμα τί έχει συμβεί και τι μπορούμε να κάνουμε, πέφτουμε με τα μούτρα ο ένας ενάντια στον άλλο ή κουρνιάζουμε φοβισμένοι στο καβούκι μας. Την ίδια στιγμή, οι ηθικοί αυτουργοί, σφυρίζουν αδιάφορα και μας κυβερνάνε με τον φόβο της χρεωκοπίας, με τον φόβο της απόλυσης, με τον φόβο του εγκληματια ξένου, με τον φόβο των ΜΑΤ που χτυπάνε σαν δολοφόνοι, με τον φόβου του χάους.

Τί μπορείς να κάνεις για την βία?
Να πάρεις τη ζωή στα χέρια σου. Να σταθεις δίπλα στον αλλον όπως θα ήθελες να σταθει κι εκείνος σε σένα. Να σταματήσεις να εισαι το θύμα και αυτος που δημιουργεί θύματα. Να διαμαρτυρεσαι για τη αδικία, να μην το βουλώνεις γιατι μπορει να βρεις τον μπελά σου. ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙΣ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ ΜΟΝΟ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΠΟΥ ΣΕ ΣΥΜΦΕΡΟΥΝ.

Ο ανθρωπος που έκρυψε μια οικογενεια μεταναστων με ενα μικρο παιδί στο μαγαζι του ενώ κάποιοι ελληνες κυνηγούσαν με ροπαλα και μαχαίρια όσους έμοιαζαν με ξένους, εκανε ακριβώς αυτο. Εκανε κάτι εναντια στην αδικία, εκανε κάτι επειδη ηταν σωστό.

Σε αυτο το βιντεο, ενας ανθρωπος γυρισε πισω για να βοηθησει καποιον που των χτυπουσανε τα ΜΑΤ. Δεν εκανε κατι απο προσωπικο συμφέρον, το έκανε για το καλο του αλλου.

Ακόμα και αυτος ο ανθρωπος που βρεθηκε στην εντατική μετα το περιστατικό στην Καλλιδρομίου, είναι εκει γιατι πηγε να βοηθησει την κοπέλα στον παγκο με τα λουλούδια. Βρέθηκε να εχει περισσοτερα εγκαυματα απο αυτην γιατι η εκρηξη του ντεπόζιτου εγινε καθως την βοηθούσε.

Ειμαστε σε αμεση ανάγκη απο ανθρωπους και απο αλληλευγύη

Κυριακή 17 Οκτωβρίου 2010

Ιστορίες απο την Προ γκουγκλ εποχή

Όταν είσαι παιδί οτιδήποτε βρίσκεται στο σπίτι σου, σου φαίνεται φυσιολογικό. Μεγαλώνοντας αναπτύσσεται η κριτική ικανότητα σου και εμπλουτίζεσαι με εμπειρίες. Τότε καταλαβαίνεις τρία πράγματα
Πρώτον: Οτι αυτά που νόμιζες για φυσιολογικά, δεν ήταν
Δευτερον: Οτι τελικά δεν υπάρχει φυσιολογικο, παρα μονο ενας μεσος ορος που προκύπτει κυρίως απο συμψηφισμό ακραίων περιπτώσεων.
Τρίτον: Οτι έχεις αρχίσει να κατηγοριοποιείς τα πράγματα και αναπτύσσεις και μια τάση προς τις λίστες (κατι που τελικά θα φανει χρησιμο μόνο σε αυτούς που ετοιμάζουν τα καλοκαιρινά αφιερώματα στις free-press εφημερίδες)

Ανεξήγητο κάδρο α!
Για κάποιον άγνωστο σε μένα λόγο, την κουζίνα του ημιυπόγειου στο οποίο μέναμε όταν επιστρέψαμε οικογενειακώς το '79 απο τη Γερμανία, κοσμούσε μία αφίσα των abba. Το ονομα του συγκροτήματος ήταν γραμμένο πολυ διακριτικά κάτω δεξιά μα ετσι κι αλλιως τότε δεν ήξερα να διαβάζω αν και ήξερα να γράφω (μια αλλη στιγμή αυτο, δεν θα τα πούμε όλα τώρα). Θα πρέπει να έχω περάσει αρκετές εκατοντάδες ώρες συνολικά, κοιτώντας την αφίσα τρώγοντας αυγόφετες με φέτα, πατάτες τηγανιτές ή ψωμί με μερέντα.
Πρέπει να ειχα ρωτησει την μαμά μου ποιοι ειναι αυτοί πάνω απο το τραπέζι της κουζίνας και τί τους έχουμε. Δεν ξέρω τί μου απάντησε, η πλακατζου, αλλα για να μην σας τα πολυλογώ πέρασα τα πρώτα χρόνια της ζωής μου νομίζοντας οτι οι abba ήταν συγγενείς μου που μένανε ακόμα στη Γερμανία. Απο αυτό και μόνο φανταστείτε τί φωτογραφίες έχουμε στα οικογενειακά άλμπουμ. Μάλιστα θεώρησα οτι θα πρέπει να τους αγαπάμε πολύ αφού τους εχουμε και σε μια τόσο μεγάλη φωτογραφία.

Ανεξήγητο κάδρο βου
Χρόνια αργότερα, σε ενα εφηβικο κρεσέντο αντι-αμερικανισμου, ζήτησα επιμόνως να αποκαθηλωθεί το καδραρισμένο βελούδινο ταπισερί απο το σαλόνι. Αυτό το ανεξήγητο δώρο γαμου που ειχε κάνει κάποιος στους γονείς μου και απεικόνιζε τους αδελφους Κένεντυ με φόντο μια αμερικάνικη σημαία.

Ανεξήγητα κάδρα γου και δού
Επίσης, γύρω στα είκοσι μου πέτυχα και την προσωρινή αποκαθήλωση δυο κάδρων απο το κοινό δωμάτιο που είχαμε με τον αδελφό μου. Ήταν δυο κεντήματα, καμάρια της μάνας μου, με τιτλο "Το κορίτσι που δακρύζει" και "Το αγόρι που δακρύζει". Νομίζω πως πέρασα τα παιδικά μου χρόνια αναρωτώμενη τί τους πείραξε και κλαίνε. Το κορίτσι και το αγόρι ήταν τοποθετημένο αντιστοίχως πάνω απο τα κρεβάτια μας και ήταν ντυμένα με πουκάμισο και μαντήλι σε στυλ προσκοπάκια (και πάλι αγνωστο γιατί). Όταν έφυγα απο το σπίτι, τρια χρόνια μετά, επέστρεψαν τα κάδρα στους τοίχους όπου και βρίσκονται μέχρι σήμερα, κοιτώντας δακρυσμένα τον παρατημένο διάδρομο γυμναστικής που κοσμεί το πρώην παιδικό μου δωμάτιο.

H αφίσα των abba ηταν κάπως ετσι, αλλα με πιο πολυ background
H ταπισερί ήταν σαν αυτην περίπου



Τρίτη 5 Οκτωβρίου 2010

Φορητή λυση εκτάκτου ανάγκης

Έχεις κλείσει ραντεβού με φίνο γκομενάκι αλλα έπεσε πολύ δουλειά στο γραφείο προς στο τέλος και το αφεντικό δεν σε αφήνει να φύγεις. Αναγκάζεσαι να πεις ψεματα οτι γεννάει η αδελφή σου και ήσουν ο αναπληρωματικός της coach στη μεθοδο Λαμάζ και πρεπει να είσαι εκεί γιατι ο αντρας της έπεσε ξερός και επαθε διασειση και τωρα δεν θυμαται ουτε πώς τον λενε, οχι να θυμαται να της πει: φύσα-φύσα-φύσα, ανάπνευσε-ανάπνευσε...
-Αχ, κυριε Μανατζαρέογλου αφήστε με να πάω ειναι θεμα ζωής και θανάτου.
-Καλά παιδί μου, να πας, αφου δεν μπορεί να την ξεγεννησει κάποιος άλλος, να πας (αλλα αυριο θα δουλεψεις μεχρι τη Δευτέρα Παρουσία)
-Σας ευχαριστώ, σας ευχαριστώ
Τρεχεις να προλάβεις, να πας σπιτι να κανεις μπάνιο, να ξυριστείς φουλ-πανσιόν (οχι βρε παιδι μου οτι κάθεσαι απο το πρώτο ραντεβου, αλλα το κάνεις για γούρι)βγαινεις στους δρομους σαν τρελη για να βρεις ταξι και βρισκεις. Ετσι μαθαινεις οτι η Παναχαική δυστυχώς θα παίξει με απουσίες απέναντι στον Βύζαντα και οτι ο Μπλακμαν παίζει σε γαμους και βαφτίσεις αν τον καλέσεις.
Οταν φτάνεις στο σημειο του ραντεβού βλέπεις μηνυμα στο κινητό: "Συγγνώμη, θα αργησω, με κρατήσανε παραπάνω στη δουλειά" και καθώς κουνάς το κεφάλι σου, σηκώνεις το βλέμμα και τί να δεις... σπάει ο διάολος το ποδάρι του και απο ολη την Αθηνα ο Μανατζαρέογλου βρηκε να στριψει απο αυτη τη γωνία. Μα εσυ δεν ξεγεννάς την αδελφή σου, ούτε περνάει καμια εγκυος πρόχειρη. Σιγουρα πάντως δεν θα σε χαλαγε να ειχες καποιον τωρα να σου λεει "φύσα-φύσα-φύσα, ανάπνευσε-ανάπνευσε" και εσύ πρεπει να βρεις μια λυση, τί κανεις?
















Χρήσιμο επίσης και για όταν θα έρθει ο καλός σας και θα θέλετε να γίνει το πρώτο φιλί μακριά απο τα μάτια των περαστικών. Χρησιμο επίσης αν θελετε να εναν φορητό σκοτεινό θαλαμο για να εμφανίζετε φωτογραφίες ή αν σας ερθει η ξαφνική ανάγκη να του διορθώσετε τα φρύδια καθως οι φίλοι του πινουν μπυρα και βλέπουν Τσαμπιονς Λιγκ, χωρίς όμως να θέσετε σε κίνδυνο την εικόνα του ανδρισμού του.





Τετάρτη 15 Σεπτεμβρίου 2010

Μου αρέσεις γιατί αντέχεις



Τί κοινό έχουν ο Χατζηδάκις, οι ρωσίδες άλτριες, τα Γαυγάμηλα και ο Παζολίνι? Συναντήθηκαν όλα μαζί, μπροστά μου, ενα σουρεαλιστικό...

Μερόνυχτο με τον σκηνοθέτη

(Μικρό θεατριζον χαρντ-κορ διήγημα σε δύο πράξεις)

Πρώτη πράξη


Τις προάλλες με κάλεσε στο σπίτι του, για να φάμε το μεσημέρι, ένας φίλος μου μαζί με την κοπέλα του. Ανάμεσα στους καλεσμένους ήταν και ένας 40αρης σκηνοθέτης, άγνωστος σε μένα και στο ευρύ κοινό. Αυτός πήγε και κάθισε δίπλα σε μια φίλη δημοσιογράφο και άρχισε να της πρήζει το μπούστο (για να κάνουμε και έναν ευχάριστο αναγραμματισμό). Γύρω στις πέντε τελείωσε το πλούσιο γεύμα και το ζευγάρι των κουμπάρων του φίλου σηκώθηκε γιατι ειχε να πάει το παιδί τους σε ένα παιδικό πάρτυ. Ο μικρός, καθώς έφευγε μας είπε τελείως απροειδοποιήτα τα πρωτοχρονιάτικα κάλαντα. Απο εκείνη τη στιγμή και μετά αρχίσαμε να βουλιάζουμε σιγά-σιγά στο εξωπραγματικό.

Όταν άδειασε το πουφ δίπλα μου, η δημοσιογράφος την έκανε διαγωνίως σαν αξιωματικός στο σκάκι και κάθισε κοντά μου για να γλιτώσει απο τον σκηνοθέτη. Άυτός έχοντας χάσει το θηλυκό που είχε στα δεξιά έκανε επίθεση στο θηλυκό που βρισκόταν στα αριστερά. Η εκ των αριστερών δεν αλλαξε θέση και κράτησε την εμπροσθοφυλακή για να αποκρούει τα κύματα επίθεσης προς τις δυο φίλες της που καθότανε αριστερότερα. Απο την αλλη, στον καναπέ στα δεξιά του υπήρχε μια κοπέλα, χορτοφάγος, που φαινότανε να συνοδεύεται απο τον αντρα που ήταν δίπλα της.

-Την γυναίκα που συνοδεύεται πρέπει να την κοιτάς απ’ το λαιμό και πάνω, ειπε ο σκηνοθέτης σε ανύποπτο χρόνο. Βέβαια αργότερα αποδείχθηκε οτι κοίταξε την συνοδευόμενη κανονικότατα απο το λαιμό και κάτω, αλλα αυτό ειναι μια λεπτομέρεια σε σχέση με το τι επακολούθησε.

Ο σκηνοθέτης συνέχιζε να ρίχνει αναγνωριστικές βολές στις «τρεις αδελφές απο το Trueno” οπως αποκαλούσε τις τρεις φίλες. Καποια στιγμή μάλιστα τόλμησε να ρωτήσει την μια που μιλούσε στο τηλέφωνο με την μάνα της, πόσο χρονών ειναι η μαμά και αν κρατιέται καλά ακομα.

Πότε έπιανα τι έλεγε και πότε όχι, γιατι ημουν απέναντι μακριά και είχαν ανοίξει διάφορα πηγαδάκια στην ευρύτερη παρέα. Άκουγα να πετάει κατι σαχλα στερεότυπα του τυπου η γυναίκα ειναι έτσι και ο άντρας κοκορέτσι αλλά δεν έδωσα και μεγάλο βάρος στις κουβέντες του. Ετσι κι αλλιως οι ατάκες του ήταν του φαιδρού διανοουμενο-μπρουτάλ πεσίματος.

Κάποια στιγμή μπήκε ένα cd του Χατζιδάκι και ο σκηνοθέτης άρχισε να φωνάζει

-Δεν μ’αρεσει ο Χατζιδακις

-Γιατι δεν σ’αρεσει ο Χατζιδάκις? τον ρώτησε η χορτοφάγος

-Γιατι ειναι πούστης!

-Και τι σε νοιάζει εσένα

-Δεν μπορώ, δεν μ’αρέσει, ακούω τη μουσική και τον φαντάζομαι στα τέσσερα να τον παίρνει.

-Αν ακούει Χατζιδάκι και τον φαντάζεται στα τέσσερα, εχει ένα θέμα και θα πρέπει να το κοιτάξει, είπα στη φίλη δημοσιογράφο που συμφώνησε μαζι μου.

-Ξέρεις τι δεν μ’αρέσει με τους πούστηδες? Δεν μ’αρέσει η πουστιά τους και η πουστίλα τους! συνέχισε ο σκηνοθέτης.

Όλοι ειχαν σταματήσει τα πηγαδάκια τους και είχαν μπλεχτεί σε διαφωνία μαζί του. Αυτός είχε πάθει ενα ντελίριο και επαναλάμβανε συνεχεια την λέξη πουστηδες, πουστιά και πουστίλα. Εγω δεν μιλούσα γιατι ημουν μακριά και θα έπρεπε να γκαρίξω για να με ακούσουν καθότι η κουβέντα είχε ανεβεί σε τόνους.

-Η πουστιά τους, η προδοσία τους, την μιά να είναι έτσι και την άλλη αλλιώς. Αυτή η υποκρισία.

-Ποια υποκρισία, του λέει η χορτοφάγος, ο Χατζιδάκις δεν κρυφτηκε ποτέ. Επίσης και τους άλλους υποστήριξε παρόλο που ήτανε δεξιός και έλεγε πως κι εσείς είστε κατατρεγμένοι όπως εμείς (οι ομοφυλόφιλοι)

-Ειδες, είδες? Κλίκες!

-Ποιές κλίκες μωρε! Γιαυτο φωνάζεις, σε κατατρέχει η κλίκα στο χώρο σου? Δεν σ’αφήνουν να κάνεις ταινίες?

-Ναι!

-Δηλαδή τι?

-Ε, εντάξει. Να ήταν μια φορά ο (...) που ειναι γνωστός και χρόνια δηλωμένος και μπράβο του, δεν λέω, και μου είπε στα ίσια πως αν θελω και του κάτσω θα με προωθήσει στην (...)

-Εντάξει, σου την έπεσε, εσύ δηλαδή δεν το κάνεις αυτο? Του λεει η χορτοφάγος

-...

-Κάτσε ρε φίλε, πετάγομαι εγώ, δηλαδή αν το πάμε έτσι, αν κάθε γυναίκα που της την πέφτανε στη ζωή της 2-3 άντρες, έβαζε σε όλους τους άντρες ενα μεγάλο Χ τοτε όλες οι γυναίκες θα ήτανε λεσβίες!

-Ε, εντάξει...

-Τι, ε, εντάξει μου λες... Να σου πω εγω? Εχεις συνηθίσει να είσαι κυνηγός και αμα σου την πέσει άλλος αισθάνεσαι πέρδικα.

-Όχι, μου αρέσει να μου την πέφτουνε οι γυναίκες, αν και με γουστάρουνε πολύ και οι πούστηδες, χεχε, στο στρατό...

-Ε, χέσε μας με το στρατό, πετάγεται η χορτοφάγος

-Τριάντα μέρες μας είχανε κλεισμένους μέσα, δεν ειχαμε δει γυναίκα και ήταν εκεινο το παιδι, όμορφος, πολύ όμορφος, πολύ ιδιαίτερος χαρακτήρας και έτσι με λεπτά χαρακτηριστικά, αυτόν παραλίγο να του δώσω πίπα, αλλα ήταν πούστης, πάντως παραλίγο...

-Με τρανσέξουαλ δηλαδή θα πήγαινες? ρωτάει η οικοδέσποινα

-Ναι, θα πήγαινα, γιατι είναι έτσι... έτσι οπως ειναι οι άντρες και αντέχουν, αλλα ειναι γυναίκες.

-Ναι αλλα έχουνε και πουλί

-Ναι, αυτό δεν μου αρέσει... Οι τρανσέξουαλ ειναι εντάξει, με τους πούστηδες δεν μπορώ. Και η Αρχαία Ελλάδα, η Αθήνα, απο την πουστιά ξέπεσε. Πήγαινε στο τέλος ο έναν με τον άλλον, τον έπαιρνε, τον έδινε, δεν υπήρχε μπέσα, προδοσία, πουστίλα, οι πούστηδες...

-Ποιους πουστηδες και πουστηδες, μας έχεις πρήξει τόση ώρα, του λέω εγώ.

-Οι πούστηδες, αυτή η πουστιά, η προδοσία

-Εσένα δηλαδή ποιος σου είπε οτι οι γκέη έχουν το franchise της «πουστιάς»? Δηλαδή θες να μου πεις πως στη ζωή σου δεν εχεις γνωρίσει υποκριτές στρεητ? Δεν σου εχει παιξει πουστιά κανενας στρέητ, μόνο οι γκέη?

-Οι φίλοι μου, που ειναι όλοι τους στρέητ, δεν με έχουν προδώσει

-Ε, θα έπρεπε να είχες και γκέη φίλους για να βγάλουμε σωστή στατιστική, του απαντώ.

Περίπου σε αυτό το σημείο, η οικοδέσποινα που δεν είχε βγαλει μιλιά σηκώνεται απο το χαλί και του λέει

-Ρε μαλάκα, ασε τις παπαριές και πες μου, πότε ηταν η τελευταία φορά που σε έριξε μια γυναίκα στα τέσσερα, ρε μαλάκα και σε «γάμησε» συναισθηματικά και σωματικά και στο μυαλό! Και μη μου λες παπαριές για πουστιές, γιατι κανείς δεν μπορεί να σε «γαμήσει» όπως μια γυναίκα!

Μερικοί χειροκρότησαν, φρεσκάραμε τα ποτά μας

-Εχει πολλά χρόνια, δέκα-δώδεκα να με «γαμήσει» γυναίκα, απαντά ο σκηνοθέτης

-Καταλαβαίνεις λοιπον τι σου λέω... συμπληρώνει η οικοδέσποινα και ξανακάθεται στο χαλί.

Κάπως έτσι ηρέμησε η κουβέντα-ντελίριο για τους πούστηδες και την πουστιά και το τρελό συναπάντημα, του ποιος «πηδάει» ποιόν.

Αρχισε στην μια άκρη μια χαλαρή συζήτηση για τα ζώδια, αλλοι μιλούσαν για το σπίτι που το είχαν νοικιάσει τα παιδιά πολύ πρόσφατα και άρεσε σε όλους. Ρακές, τεκίλες, πιάτα με μεζέδες πήγαιναν πάνω κάτω. Υστερα ο σκηνοθέτης πήρε με το πιρουνι ένα κομμάτι λουκανικο και απευθυνόμενος στους άντρες είπε:

-Δεν θα ήταν πολύ ωραίο να πετάξω αυτό το λουκάνικο στον αέρα και αυτές εκεί οι γυναίκες να πεταχτούν και να το πιάσουν στον αέρα?

Αυτες οι γυναίκες είμασταν εγώ, η δημοσιογράφος και η οικοδέσποινα.

-Τι είμαστε οι γυναίκες ρε μαλάκα για να πιάσουμε το λουκάνικο στον αέρα? Φώκιες ειμαστε? Είπα αγριεμένα, αλλα αυτος δεν το άκουσε

-Έτσι, έτσι, να το πιάσουνε στον αέρα σα σκυλάκια...

Καθόμουν και τον κοίταζα με ένα βλέμμα «Να! Πάρε ένα μαλάκα» και δεν μιλούσα. Κάποια στιγμή με κοιτάει και λέει.

-Εγώ αυτή τη γουστάρω, γιατι είναι σοφή. Μου αρέσει που φοράει και αυτή την αθλητική ζακέτα (ειχα δανειστει απο τον οικοδεσπότη μια γιατι κρύωνα) και μοιάζει έτσι όπως είναι με κάτι ρωσίδες άλτριες που συγκεντρώνονται για να ετοιμαστούν για το μεγάλο άλμα...

-Κάθομαι και σε κοιτάω τόση ώρα και ξέρεις τι σκέφτομαι? του λεω εγω... Σκέφτομαι οτι αυτός ο κόσμος ειναι πολύ δύσκολος για να γεννηθείς άντρας, γιατι ειναι πολύπλοκος και είναι φτιαγμένος πιο πολύ για τις γυναίκες. Γιαυτό ονειρεύεσαι ένα κόσμο που θα πετάς λουκανικάκια και θα τα πιάνουν οι γυναίκες στον αέρα.

Ο σκηνοθέτης χαμογελασε, κούνησε το κεφάλι καταφατικά και μονολόγησε:

-Να, είδες? Σαν τις μεγάλες άλτριες...

Πράξη δεύτερη

Το μεσημεριανό γευμα είχε εξελιχθει σε ένα είδους ιδιόμορφου απογευματινού πάρτυ με ποτά. Μερικοί ήταν ήδη πιωμένοι απο την ώρα του φαγητού, εγώ δεν έπινα γιατι ήμουν ξενυχτισμένη απο την προηγούμενη και χρειαζόμουν τον καφέ περισσότερο. Ο οικοδεσπότης ειχε ξενερώσει με τη μουσική που βάζαμε και τις βλακείες μας και είχε αποσυρθεί στην κουζίνα για να πλύνει τα πιάτα. Πήγα στην κουζίνα και κάθισα σε μια καρέκλα για να του κάνω παρέα. Υστερα ένας-ένας ήρθαν όλοι στην κουζίνα, και κάθισαν σε καρέκλες ή όρθιοι. Καμία ελπίδα για τον οικοδεσπότη, δεν μπορούσε να ξεφορτωθεί τη μαλακία μας με τίποτα.

-Καλα, τι κάνεις εδώ ρε μαλάκα μονος σου και πλένεις τα πιάτα? Ελα μέσα, θα αλλάξουμε τη μουσική, λεει ενας φίλος του

-Ρε παράτα με, καλά ειμαι

-Τι γινεται εδώ? λεει μπαινοντας η φιλη δημοσιογράφος. Εχει μεταφερθει το πάρτυ εδω? Μου αρέσει περισσότερο.

-Ναι, ρε μαλάκα, αφησες το πάρτυ και κλείστηκες στην κουζίνα... συνεχίζει ο αλλος

-Ποιο πάρτυ ρε μαλάκα! Δεν ειναι πάρτυ. Μεσημεριανό φαγητό είναι. Μια μάζωξη τελος πάντων! λέει ο οικοδεσπότης.

Εγω καθόμουν στην καρέκλα και σκεφτόμουν οτι θα έπρεπε να ήταν και ο Μπέκετ στην κουζίνα και να μας έκανε θεατρικό. Στην διπλανή καρέκλα ήταν ο σκηνοθέτης και με κοιτούσε, ενώ εγώ έκανα οτι δεν τον εβλεπα

-Θέλω να σου προτείνω κάτι, μου λέει

-Πες, του λέω με σοβαρό ύφος

-Τελειώνω την ταινία μου τώρα. Ειναι στο τελικό μοντάζ και θα ήθελα να έρθεις απο το σπίτι να την δεις. Το λέω σε εσένα γιατι σε έχω ξεχωρίσει. Θέλω να ακούσω την γνώμη σου γιατι είσαι κυνική

-Κυνική αυτή εδώ? λέει η δημοσιογράφος και με πιάνει απο τους ώμους. Αυτη ειναι η πιο ευαίσθ...

-Κυνική ειναι

-Κυνική ειμαι, λέω έγω, ασ’τον αφου το λεει, ειμαι κυνική πάει και τελείωσε.

-Θα έρθεις?

-Αντε, λέω, καλά...

-Εγω δεν θελεις να την δω? τον ρωτάει η δημοσιογράφος

-Πώς... έλα κι εσύ

-Μαζί θα πάμε, αγκαζέ, όχι μόνες μας, μου λέει με νόημα αυτή.

Φυγαμε όλοι απο την κουζίνα. Δεν ήρθε τελικά εκείνο το βράδυ ο Μπέκετ κι έτσι κάνω ο,τι μπορώ εγώ.

Στο σαλόνι η οικοδέσποινα ήταν στο τσακίρ-κέφι, γιατι έπινε απο το μεσημέρι. Λιγη ώρα αργότερα βγήκε off και έπεσε μέσα στο δωμάτιο για να κοιμηθεί. Καποιοι φύγαν και ξαναγύρισαν, κάποιοι φύγαν εντελώς. Ειχα πιάσει μια κουβέντα με τον σκηνοθέτη, εντελώς τεχνική για τον κινηματογράφο. Κάτι λέγαμε για τις τεχνικές μετεγγραφής απο vhs και beta σε dvd, για την ποιότητα του αναλογικου και του ψηφιακού, για μουβιόλες και για τρίχες κινηματογραφικές. Καθόμουν στο πουφ και αυτός σε μια πολυθρόνα δίπλα μου. Το πουφ γλιστρουσε και αλλαζε σχήμα κι εγώ έκανα διορθωτικές κινήσεις με τα πόδια μου. Αυτός έριχνε ματιές.

-Μου αρέσει που κάνεις χριτσι-χρίτσι

-Το πουφ ειναι

-Δεν ειναι το πουφ, ειναι τα πόδια σου

-Το πουφ κάνει χρίτσι-χρίτσι, όχι τα πόδια μου

-Εχεις πολύ ωραία πόδια, μακριά.

Εκείνη τη στιγμή συνειδητοποίησα οτι ημουν η μόνη μη συνοδευόμενη κοπέλα που ειχε απομεινει στο σπίτι.

-Φοράς ομως αυτό το τζην και δεν μπορώ να δω ούτε τον αστράγαλο σου.

Μου πιάνει το πατζάκι και προσπαθει να το σηκωσει αλλα το τζήν ειναι πολυ στενό.

-Ο αστράγαλος ειναι προς τα κάτω πρέπει να σε πληροφορήσω

-Και η γάμπα σου ωραια νομίζω θα ειναι

-Ναι, καλή ειναι. Ειναι που κάνω και ποδηλατο

Σηκώνομαι και κάθομαι στον καναπέ στην αλλη ακρη του δωματίου

-Γιατί έφυγες, επειδή σου είπα οτι έχεις ωραία μακριά πόδια?

-Εφυγα για να μην σου κάνω χρίτσι-χρίτσι

-Εγω πάντως σε γουστάρω γιατι αντέχεις

-Αντέχω?

-Ξενύχτησες, κοιμήθηκες το πρωϊ στις 10 και ήρθες εδώ απο το μεσημέρι και αντέχεις!

Μετά απο λίγη ώρα ήρθε και κάθισε δίπλα μου στον καναπέ.

-Πάντως έχεις πολύ ωραία πόδια, μου λέει και πιάνει μπούτι

-Να του ρίξω του μαλάκα μια σφαλιάρα? με ρωτάει ο οικοδεσπότης

-Ασε, αμα ειναι του ρίχνω κι εγω, το ξανασκεφτομαι ομως και προσθέτω, τελικά καλύτερα να του την ρίξεις εσύ γιατι αν του ρίξω εγω νομίζω πως θα του αρέσει.

Γυρνάω και κοιτάω τον σκηνοθέτη που χαμογελούσε γιατι το κατάλαβα πως θα του άρεσε. Την ίδια στιγμή του έρχεται μια σφαλιάρα. Δεν θυμάμαι να σας πω ποιά ακριβώς αφορμή άρχισε να μου μιλάει για τα Γαυγάμηλα. Εγώ πάντως είπα να εκμεταλλευτώ την συγκυρία και άρχισα να ρωτάω λεπτομέρειες για την μάχη, μπας και τον αποσπάσω απο τα πόδια μου.

-...ετσι όπως τότε στα Γαυγάμηλα...

-Τα Γαυγαμηλα πού ειναι?

-Ειναι... πάνω κοντά στον Τίγρη, αλλα απο πάνω. Μηπως είναι αναμεσα στον Τίγρη και τον Ευφράτη? Οχι... νομίζω ειναι πιο κοντά στον Τίγρη αλλα απο πάνω. Εκεί ο Μέγας Αλέξανδρος έκανε μιά μεγάλη στρατηγική κίνηση. Τον περιμέναν απο κάτω ή απο πάνω? Δεν θυμάμαι ακριβώς, αλλα αυτός, αυτός πήρε μια πιό μεγάλη διαδρομή για να βγει σε κάτι λιβάδια για να έχει χορτάρι να βοσκήσουν τα άλογα. Μεγάλη στρατηγική κίνηση, για να ταϊσει τα άλογα. Πάντως, εχεις πολύ ωραία πόδια, μακριά, θέλεις να φύγουμε απο εδώ και να περπατήσουμε μέχρι το σπίτι μου?

-Για ποιον λόγο να θελω άνθρωπε μου να έρθω στο σπίτι σου?! Τον Αρμαγεδδών περιμένω?!

Τα παιδιά που μας είχαν καλέσει είχαν λυθεί στα γέλια. Η κοπέλα είχε συνέλθει απο το πιοτό, είχε ξυπνήσει και βρέθηκε ξαφνικά να ακούει για τα πόδια μου και για τα Γαυγάμηλα.

-Δεν εχω λεφτά, λέει ο σκηνοθέτης, θες να φύγουμε απο εδώ να πάμε σε ένα μπαρ να με κεράσεις?

-Τσου

-Γιατί δεν θέλεις? Καλά... πάντως μου αρέσει που αντέχεις!

-Αντέχω λες?

-Κοιμηθηκες το πρωϊ, εισαι ξενυχτισμένη αλλα εχεις μείνει εδώ και το ξημερώνεις!

-Που να πάει η κοπέλα, ρε μαλάκα, εδώ θα κοιμηθεί, νομίζεις μαζί σου θα φύγει? λέει ο οικοδεσπότης.

-Εδώ θα μείνει? Πολύ ωραια πόδια, κρίμα, κρίμα. Κι εκει ανάμεσα κρύβεις ένα διαμάντι, το έχω καταλάβει...

-Που το κατάλαβες, συνέχεια σταυρωμένα τα έχω τα πόδια μου και φοράω παντελόνι.

-Μπορώ να το καταλάβω.

-Αν ήταν έτσι, θα πήγαιναμε στο γυναικολόγο και θα καθόμασταν σταυροπόδι

-Εγω ειμαι αλλου είδους γυναικολόγος...

-Ιχχ

-Μήπως έχεις σχέση?

-Όχι, δεν εχω

-Ούτε κι εγω, είδες?

-Ναι, είδα. Βρήκαμε και ένα κοινό.

-Ειναι κρίμα να έχεις ένα τέτοιο κόλπο και να τον έχεις ανεκμετάλλευτο.

-Ναι, μα κι εγώ τον εκμεταλλευτή περιμένω, οπως βλέπεις, με αγωνία.

-Ξέρεις τι έλεγε ο Αριστοτέλης? Ελεγε: Περι του αληθοφανούς και της Λογικής

-Αυτός δεν ήταν μισογύνης? Τι μου λες τώρα?

-Θα πάμε, θα περπατήσουμε... έχει και μια πεζογέφυρα λίγο πιο πάνω, δεν σου λέω να γαμηθούμε εκεί. Πιο κάτω έχει μια καλή καβάτζα, ούτε εκεί θα γαμηθούμε αν δεν θέλεις. Στο σπίτι θα πάμε. Θα περάσουμε καλά σου λέω. Τέτοιος κόλπος.

-Ναι, καλά! Συνέχισε όλο ευθεία!

-Μου άρεσε αυτό που είπες. Μου αρέσει, περνάμε καλά. Δηλαδή, εγώ αυτό θέλω, να καθομαι να τα πίνω, να μιλάμε, έτσι ωραία (πιάνει πάλι μπούτι) πολυ ωραία πόδια και κρύβεις εκει ανάμεσα....

Του ρίχνω μιά στο κούτελο, με το δάχτυλο, όπως τινάζεις το αποτσίγαρο μακριά. Μαζευτηκε για λίγο και συνεχίζει

-Να ρε μαλάκα, άκου κι εσύ, λέει στον οικοδεσπότη, είμασταν με τον τάδε μια φορά. Ειχαμε κάτσει απο το μεσημέρι, φάγαμε, τα πίναμε μεχρι το βράδυ, μιλουσαμε, είχαμε την μουσική, λεγαμε για ταινίες, για βιβλία και στο τέλος του ειπα: Μακάρι ένας απο τους δυό μας να είχε μουνί και να γαμιόμασταν, αυτό θα ήταν το τέλειο! Για αυτό κι εσύ μου αρέσεις, γυρνάει και λέει σε μένα, γιατι αντέχεις! Εισαι σαν άντρας!

-Να’σαι καλά!

Μετά πάλι δεν θυμάμαι πώς του ήρθε και άρχισε να μιλάει για τον Παζολίνι...

-Κι ο Παζολίνι πούστης ήτανε

-Ηταν γκέη ο Παζολινι?

-Μεγάλος πουστης!

-Δεν το ήξερα...

-Αλλα αυτός ήταν δύναμη, Ηταν πολύ δυνατός. Ειχε μάθει και κουν-φού. Αν ήταν εδώ ο Παζολίνι θα μας έδερνε και τους τέσσερις.

-Γιατί να με δείρει ο Παζολίνι? αναρωτήθηκα φωναχτά

-Κι έχεις πολύ ωραία πόδια, μακριά, και εναν τέτοιο κόλπο και τον αφήνεις, ετσι κρίμα, κρίμα...

-Ρε-τι-κόλλημα-κι-αυτο-απόψε!

-Ακου, μου λέει ο σκηνοθέτης, τα παιδια ειναι ζευγάρι, θα θέλουνε να πάνε να κοιμηθούνε στο καινούργιο τους σπίτι. Να πάνε μέσα αυτοί και θα μείνουμε εμεις εδώ...

-Ωραία! Αυξάνονται οι επιλογές μου...

-Εντάξει, αμα θες δεν θα γαμηθουμε, θα βγάλεις μόνο το παντελόνι σου. Εγω θα το βγαλω μόνο αμα το ζητήσεις. Δεν θέλεις?

-Ε, δεν θελω λέμε... Κι επειδή τώρα που το σκέφτομαι, ολη νύχτα έχω πει τα πάντα αλλα αυτό δεν το είπα... ΟΧΙ, οχι δεν θέλω...

-Θα μείνεις εδώ δηλαδή?

-Ναι, θα μείνω

-Δεν θες να περπατήσουμε μέχρι το σπίτι μου?

-Ε! οχι δεν θέλω

Με τα πολλά, αφου εχουμε κλεισει ενα δίωρο να μιλάει για τα πόδια μου, τα Γαυγάμηλα, τον Παζολίνι και το πόσο κριμα είναι που πάει χαμένος τέτοιος κόλπος, σηκώνεται, βάζει την δερματινη καμπαρντίνα του, γυρνάει, με κοιτάει και λέει.

-Το τηλέφωνο σου όμως δεν μου το έδωσες

-Ναι, καλά, του λέω...

Πάει να φύγει, αλλα ξαναγυρνάει με κοιτάει και λέει

-Ίσως αποψε να μην γαμηθούμε, αλλα μια μέρα εμεις οι δυο θα γαμηθούμε!

-...

Φευγει ο σκηνοθέτης, κλείνει η αυλαία

Πέμπτη 10 Ιουνίου 2010

Καριόληδοι στα μούτρα σας ρε!


Πριν καποιες μερες ειχα δεσει το ποδήλατο μου σε ενα στενακι στο Γκάζι, κοντα στη Γεφυρα Πουλοπουλου (Βιτωνος νομιζω λέγεται το δρομάκι). Το είχα δέσει με το πέταλο σε ενα καγκελάκι σε σχήμα Π.

Καμια ωρα μετά βγαινω απο την ταβέρνα και καθως πλησιαζω το βλέπω γερμένο σε λιγο διαφορετικη θεση απο ο,τι το αφησα. Την μυριζομαι τη φαση. Πλησιαζω και βλεπω το πεταλο να ειναι απο την αλλη πλευρα απο εκεινη που το ειχα κλειδώσει. Ολα στη θεση τους, απο τον καθρέφτη μεχρι τις ρόδες και τον λασπωτήρα πίσω. Πιάνω το πέταλο και προσέχω κατι γρατσουνιές στο πλαστικό. Κοιτάω καλύτερα και βλέπω στο μέταλο κοντά στο κλείδωμα σημάδια απο κόφτη. Καμια δεκαριά προσπάθειες που ισα-ισα γρατζούνισαν επιφανειακά το σίδερο. Ηταν σαν να προσπαθούσαν να το κόψουν με πετσακοκόφτη. Το παρατήσανε και φύγανε. Θελει τροχό για κανενα 8λεπτο αυτο το πέταλο και δεν νομίζω οτι κανεις θα μπει σε τέτοιο κόπο, ειδικά για ενα σιδερένιο mountain δεκαετίας.

Δικαιώθηκε η έρευνα αγοράς για το πέταλο, σκέφτηκα, φόρεσα το κράνος και έφυγα χαμογελώντας.


Τρίτη 18 Μαΐου 2010

Απόψε

Είχα δει τα φώτα του στον καθρέφτη μου, αλλα δεν υπολόγισα καλά την ταχύτητα του. Πάντα υπάρχει αυτος ο κίνδυνος του λάθος υπολογισμού στους υπολογισμούς. Καθώς αλλαζα λωρίδα ακουσα τα φρένα, περίμενα να σταματήσουν, περίμενα να σταματήσουν ή να ακούσω το γδούπο και να αρχίσω να πετάω πάνω στην ασφαλτο.
"...Την Κυριακή καθώς γυρνούσα με το ποδήλατο στο κέντρο πετούσαν γυρω μου τεράστιες σακούλες, ο αέρας τις στροβίλιζε ψηλά, περνούσαν απο μπροστά μου κάνοντας περίτεχνα τολούπ, η σκόνη έμπαινε στα μάτια μου, στο αριστερό μου πόδι πιάστηκε ενα τούλι, τα μαλλιά μου γέμισαν μικρά ανθάκια. Λιγα δάκρυα στην ταβερνα αργότερα, καθάρισαν την σκόνη πολύ καλά..."

Ο ήχος του φρεναρίσματος με πλησίαζε, 3 δευτερόλεπτα κράτησε αυτο το ερωτηματικό, το αμάξι σταματησε λίγα μετρα πίσω μου. Αυτος θα μπορουσε να ειναι ο τελευταιος ήχος που θα ακουγα, σκεφτηκα. Κι υστερα σκεφτηκα τι υπήρχε πριν το φρενάρισμα, θυμηθηκα πως μου ειπαν να προσέχω και πιο πριν μου ειπαν σ'αγαπώ. Ο οδηγος ειχε τρομάξει και θυμώσει μαζί μου και φώναζε: Θες να αυτοκτονήσεις? ε? θες να αυτοκτονήσεις? Εγω τον κοιταζα χωρις να μιλάω, δεν ειχα κατι αλλο να πω


Πέμπτη 6 Μαΐου 2010

Η φωτογραφία

Άνοιξα τη φωτογραφία. Όταν την ανοίγεις σε πιάνει κάτι, δεν ξέρεις τι. Στην αρχή νομίζεις οτι είναι η στάση του πυροσβέστη που κοιτάει προς τα κάτω. Στάση θλιμμένη, δεν είναι αυτό ομως. Απλά κοιτάει κάτι. Μετά σκέφτεσαι πως ειναι η δραματική γωνία απο πάνω και κάπως διαγωνια. Το ματι μελετάει τις λεπτομέρειες, γλιστραει στον τοίχο που έχει μαυρίσει. Πολλή κάπνα σκέφτεσαι. Μαυρίλα που βγάζουν τα χαρτιά, τα πλαστικά, όλα τα ασήμαντα αντικείμενα που πλαισιώνουν τη ζωή ενος γραφείου. Κι όπως κοιτάς και ξεχνιέσαι, ξαφνικά το μάτι κολλάει στα εκρου γοβάκια που εξέχουν απο τα κάγκελα του διπλανού μπαλκονιού. Μοιαζουν να ειναι μόνα τους, μα τα φοράνε δυο πόδια μαυρισμένα απο την κάπνα. Υστερα προσέχεις το κόκκινο φορεμα να διακρίνεται αναμεσα απο τις σιδερένιες γοργόνες που διακοσμούν τα κάγκελα αυτου του θανάτου. Για μια στιγμη δεν μπορεις να πιστεψεις πως βλέπεις έναν άνθρωπο νεκρό. Ισως να ξαπλωσε για να ξαποστάσει, να βρει την ανάσα της, αλλα σύντομα παραδέχεσαι την αλήθεια, οτι αυτή η γυναίκα δεν θα πάρει άλλη ανάσα. Στέκει μαζεμένη σε εμβρυακή στάση, όπως οι τελευταίοι κάτοικοι της Πομπήιας, ανέπαφη και ακίνητη, τόσο νεκρή όσο ζωντανή. Κολλάω στα γοβάκια, την σκέφτομαι να τα φοράει το πρωϊ, ανέμελα, χωρίς να ξέρει τίποτα. Αναρωτιεμαι αν της αρέσανε ή αν τα αγόρασε έτσι γιατι τα βρήκε σε ευκαιρία, περπατώντας στα μαγαζιά με κάποια φίλη της. Αναρωτιέμαι αν κάποια στιγμή περπατώντας στην Αθήνα, διασταυρώθηκε με αυτόν που έβαλε φωτιά στην τράπεζα, αν της χαμογέλασε κι αν έκανε στην άκρη να περάσει.
Αναρωτιέμαι...





Παρασκευή 23 Απριλίου 2010

Have a good life

Ανέβηκα στο πεζοδρόμιο, σταμάτησα και κατέβηκα απο το ποδήλατο. Δεν ήταν το αγαπημένο μου σημείο, αλλα δεν μπορούσα να το δέσω κάπου αλλού. Το πέταλο είναι ναι μεν αρκετά ασφαλές αλλα σε περιορίζει, αφού δεν μπορεις να το δέσεις σε δέντρα και σε φαρδιές κολώνες. Απο την αλλη παρηγοριέσαι γιατι λες οτι ειναι πολυ πιθανό να το ξαναβρεις οταν θα γυρίσεις και έτσι δεν πολυγκρινιάζεις για το περιορισμό στη διάμετρο.

Εβγαλα την τσάντα για να πάρω το κλειδί του πέταλου. Το κινητό μου έπεσε στο χώμα του παρτεριού. Ο μικρόσωμος και πολυ μαυριδερός πακιστανος που με παρακολουθούσε, μου φώναξε για να το δω. Το είχα δει έτσι κι αλλιως και τον ευχαρίστησα με μια κινηση του κεφαλιού. Αυτός συνέχισε να λεει διάφορα, πιθανότατα στα αγγλικά, αλλα δεν τα έπιανα, τον πρόσεξα καλύτερα και κατάλαβα οτι ήταν μεθυσμένος. Ειχε το στυλ του ανθρώπου που τα πίνει για να ξεχάσει. Σκέφτηκα οτι αν κοντευουμε εμεις να πάθουμε κατάθλιψη με την κατάσταση αυτός έχει κάθε δικαίωμα να πίνει για να ξεχάσει πως ειναι μετανάστης μακριά απο την πατρίδα του σε ένα σκοτεινό παρκάκι στην Πατησίων. Αυτο το παρκάκι βασικά ειναι το προαύλιο μιας εκκλησίας. Η εκκλησία δεν φαίνεται απο την Πατησίων παρότι βρίσκεται μπροστά της. Καποια μεγάλα δέντρα, νομίζω φοίνικες, καλύπτουν την προσοψη της. Αυτά που φαίνονται απο τον δρόμο ειναι το περίπτερο και το σουβλατζίδικο, στο οποίο ήθελα να πάω για να πάρω το μεσημεροβραδιανό μου.

Αφησα το ποδήλατο με μιά μικρή ανησυχία, οχι για τον σκελετό, αυτον τον είχα δέσει, αλλα για τις ροδες και την σέλα που έχουν συστημα quick release. Δηλαδή με μια κίνηση, κλαπ, ανοίγει το κούμπωμα, το παίρνεις και φεύγεις, αν είσαι τέτοιος τύπος βεβαια. Απο την αλλη αρχισα να σκέφτομαι οτι δεν γινεται να ανησυχώ συνέχεια και για το καθετι. Αν ηθελα να ανησυχώ απο το πρωϊ ως το βράδυ θα έκανα παιδί. Το ποδήλατο σε βοηθάει να χαλαρώσεις, αν ανησυχείς συνέχεια ξεχαλαρώνεις και πάνε χαμένες και οι ενδορφίνες. Γιαυτό στο κάτω-κάτω έκανα και τέτοια έρευνα για να βρω το συγκεκριμένο πέταλο, για να μην ανησυχώ πολύ. Αν μου παιρνανε τις ρόδες, θα εμπαινα σε τρεξίματα και αυτο θα ήταν εκνευριστικό, αυτο μονο, εκνευριστικό, οχι στενοχώρια, νευρα. Εξάλλου πέντε λεπτά θα κάνω στο σουβλατζίδικο, αμα πια εσυ κι ο γρυλλος σου. Αυτά πρόλαβα και σκέφτηκα στα δεκαπέντε βηματα που χρειαζόταν για να μπω στο μαγαζί.

Οκ, δεν θα κάνω 5 λεπτά, είπα βλέποντας τον χαμό που επικρατούσε στο σουβλατζίδικο. Μυριζε ποδόσφαιρο η υπόθεση... και τσίκνα απο τα σουβλάκια βέβαια. Δεκα λεπτά αργότερα βγηκα απο το μαγαζί και βρήκα το ποδήλατο στη θέση του. Πήρα και μια σοκολάτα απο το περίπτερο και πήγα για να ξεκινησω τη διαδικασία λυσίματος, αναδιάταξης στο σακίδιο μου, φωτα, κράνος κτλ κτλ.
Ενας γκριζομάλλης γερος με μούσια και γκρι κοστούμι τουηντ, κοντοστάθηκε κοίταξε το ποδήλατο μου και είπε με πολύ θεατρικό τρόπο:
-Είναι το δικό μου αυτο? Ω! όχι, όλα μοιάζουν!
Τον κοίταξα με απορία και αυτός συνέχισε να πηγαίνει προς τα ενδότερα του πάρκου. Εριξα μια ματιά για να δω αν υπήρχε άλλο ποδήλατο, το δικό του, και βέβαια δεν υπήρχε. Στο παγκάκι που ήταν δίπλα μου καθόταν τωρα μια εξηντάρα με περίεργη φάτσα, απο αυτές που δεν τις λες και καλογερασμένες. Ειχε ανοίξει μια σακούλα και έτρωγε κάτι χαζευοντας εμένα. Ο γέρος επέστρεψε και πήγε να κάτσει δίπλα της, κατι πήγε να της πει αλλα αυτη τον αγριοκοίταξε απαγορευτικά. Τελικά αποφάσισε να κινηθει προς το μισοσκόταδο του πάρκου. Πιο μέσα ήταν δυο μετανάστες καθισμένοι σε ένα παγκάκι και γυρω γυρω μπύρες. Ο πακιστανος εκανε ασκοπες μικρες βολτες μπροστά μας και κοιτούσε τη γριά που κοιτούσε εμένα μασώντας το φαγητό της με το στόμα ανοιχτό και τα ψίχουλα να πέφτουν. Ο γέρος είχε φτάσει προς το τελευταίο παγκακι και προσπαθούσε θεατρικά να εξηγήσει κάτι στους πέρα μετανάστες. Ο πακιστανός πήγε να κάτσει στο παγκάκι της γριάς. Αυτη άρχισε να του φωνάζει
-Α-στοδιάλο, α-στοδιάλο, κι έτσι αυτός οπισθοχώρησε.
Υστερα τον ρώτησε πολυ γλυκά
-Δεν σου είπα να κόψεις το ποτό? Πότε θα το κόψεις, ε?
Εκεινος κατι ψιλομουρμούρισε. Την ίδια στιγμή πετάχτηκε ένας απο το παγκάκι που ήταν απέναντι και δεν τον ειχα προσέξει και ήρθε κατα πάνω μου, φωνάζοντας βιαστικά
-Να σου μάθω πώς να το δένεις καλά, να σου μάθω πως να το δένεις καλά?
Η γριά και ο πακιστανός σταμάτησαν να μιλάνε, πήραν μια σιωπηλή επιθετική στάση απεναντι του και κοιτούσαν απο κοντά τι θα γίνει.
-Να το δένεις εδω στο ψαλίδι, να εδώ, ειπε κι εσκυψε.
-Ναι, ναι, εντάξει, τον ξέρω αυτον τον τρόπο κλειδώματος.
Η φωνή του, η κίνηση του είχαν μιά ένταση και μια επιθετικότητα. Ξαφνικά όλοι είμασταν στην τσίτα.
-Εδώ στο ψαλίδι! δώσε μου να σου δείξω.
Εγω δεν εκανα καμια κίνηση, κρατούσα το ποδήλατο και δεν είχα σκοπό να του το δώσω. Η γριά άρχισε να του φωνάζει
-Αστηνα, άστηνα!
Μαζί άρχισε να φωνάζει και ο πακιστανός ακατάληπτα. Ο νεαρός οπισθοχώρησε το ίδιο γρήγορα όσο εμφανίστηκε. Κατι μουρμούρισε οτι να: "να βοηθήσω ήθελα και οτι ξερω οτι ξέρει, αφου την είδα με το κράνος της και τα φώτα της και ολα, να βοηθήσω..." υστερα στεκοταν μισοκρυμμένος στο παγκάκι του μέσα στο σκοτάδι. Η γριά συνέχισε δυνατά για να την ακούει και αυτός
-Αυτά τα βοηθητικά ειναι της κλεψιάς! τα ξέρουμε αυτα τα βοηθητικά! ειπε και μου έκλεισε το μάτι.
Ο πακιστανός έδειχνε χαρούμενος και σε υπερδιέγερση.
-Αλλα βέβαια η κοπέλα ξέρει απο αυτά, μουχαχαχαχα! γελασε με ύφος τρελού η γριά.
Εγώ επιτέλους ημουν έτοιμη να φύγω. Ο πακιστανός σχεδόν χοροπηδούσε γυρω μου, ανέβηκα, αναψα τα φώτα και αυτός άρχισε να μου φωνάζει: Have a good life, have a good life!!!
Κατέβηκα απο το πεζοδρόμιο, γύρισα και τους κοίταξα όλους. Ο πακιστανός συνέχιζε να χοροπηδαέι και να μου εύχεται καλη ζωη. Του είπα bye-bye! και 10 δευτερόλεπτα μετά παραλίγο να με κόψει ένα παπάκι.

Τετάρτη 21 Απριλίου 2010

Η Ιστορία και μια φωτογραφία



Εγγόνι προσφύγων και παιδί μεταναστών.
Την Ιστορία την έμαθα σαν ιστορία της οικογένειας
και ξέρω οτι για όλα τα κακά της μοιρας μας
φταίμε εμείς κι οχι οι άλλοι.



φωτο: η μαμα, χαμογελαστή εργάτρια, σε εργοστάσιο στη Γερμανία

Παρασκευή 16 Απριλίου 2010

Αυτός ο κόσμος γυρίζει γρήγορα

Αυτός ο κόσμος γυρίζει γρήγορα, πολύ γρήγορα
ευτυχώς υπάρχει και αυτή η δύναμη
αυτο το κάτι σαν βαρύτητα που μας κρατάει με επιμονή
αλλιώς θα σκορπίζαμε σαν ψίχουλα κάτω απ' το τραπέζι
στο απέραντο διάστημα, αυτό το αόρατο
που υπάρχει αναμεσα μας

Οι οθόνες τρεμοπαίζουν
χιλιάδες λέξεις και εικόνες τρέχουν μπροστά μας
κι εμεις κοιτάμε και αυτομάτως ξεχνάμε
οι άνθρωποι διχως πρόσωπο, οι άνθρωποι σαν λέξεις
μας κοιτάνε και μας ξεχνάνε κι αυτοί

Αυτός ο κόσμος γυρίζει γρήγορα, πολυ γρήγορα
ευτυχώς, αγάπη μου, ευτυχώς που υπάρχεις κι εσύ




Κυριακή 28 Μαρτίου 2010

Δεν πληρώνω, δεν πληρώνω!


Στο δημοτικό, μας ειχαν βάλει σαν θεμα έκθεσης "Η αποταμίευση". Επρεπε εμείς μικρά παιδιά να επιχειρηματολογήσουμε για το λόγο για τον οποίο πρέπει να βάζουμε τα λεφτά μας στην τράπεζα. Μάσαγα το μολύβι και σκεφτόμουν. Έγραψα οτι τα βάζουμε στην τραπεζα για να μη μας τα κλέψουν.
Ειναι αστείο, τραγικά αστείο, οτι μεγαλώνοντας συνειδητοποίησα οτι οι τράπεζες πιο πολύ απο τον καθένα αρέσκονται στο να κλέβουν. Φυσικα δεν έρχονται με το πιστόλι, πηγαίνεις εσύ και στήνεσαι στην ουρά για να τα δώσεις, παρακαλάς για ενα δάνειο και αυτοι σε ζυγίζουν. "Πόσο κρέας να αφήνει ετούτος? Ισχνό τον βλέπω".
Περπατούσα στην Αδριανού ένα Σάββατο μεσημέρι και είδα κόσμο μαζεμένο. Πλησιάζοντας είδα έναν άντρα να έχει τρια τραπουλόχαρτα πάνω σε ένα αυτοσχέδιο τραπέζι απο χαρτόκουτο. Παπατζής! σκέφτηκα. Χαμογέλασα γιατι οι παπατζήδες έρχονται απο μια άλλη εποχή. Την κινηματογραφική εποχή με τις λατέρνες και την Βλαχοπουλου στην "Χαρτοπαίχτρα" να παιζει 'εδω παπάς εκει παπάς' πίσω απο τα κάγκελα. Υπήρχαν κορόιδα που παίζανε με τον παπατζή, υπήρχαν και οι κλασικοί αβανταδόροι που τώρα που ειχε τσιμπήσει το ψάρι, κράταγαν τσίλιες. Συνέχισα να περπατάω, δεν προλαβα να απομακρυνθώ πολύ και ακουσα φασαρία και ποδοβολητά πίσω μου. Ο παπατζής είχε μαζέψει το χαρτόκουτο και έτρεχε. Τον είδα να χάνεται σε ένα στενό.
Οι τράπεζες και οι παπατζήδες σε κλεβουν με τεχνική... και για να ειμαι και απόλυτα δίκαια ισως να μην στα κλέβουν, ίσως να τα κερδίζουν με την αξία τους.
Μεγάλωσα με την εντύπωση οτι η τράπεζα ειναι κρατικός θεσμός, κάτι σαν το σχολείο, τα νοσοκομεία, κάτι εγγυημένο και καλό για τον πολίτη. Μου πήρε πολλά χρόνια να συνειδητοποιήσω οτι η τράπεζα ειναι μια ιδιωτική επιχείρηση με μόνο σκοπό το κέρδος. Η τράπεζα εχει πολλούς αβανταδόρους αλλα δεν έχει κανέναν να την κυνηγάει. Ετσι το μαγαζάκι δεν χρειάζεται να ειναι απο χαρτόκουτο αλλα είναι πολυτελές κατάστημα με τζαμαρία, πόρτα ασφαλείας και κάμερες.
Το μεγαλύτερο κορόιδο των τραπεζικών και μεγαλο-οικονομικών παπατζήδων είμαστε εμείς. Οι πολιτικοι και τα κρατικα στελέχη ειναι οι αβανταδόροι. Η μεγαλύτερη ανοιχτή παρτιδα "εδω παπάς εκει παπάς, ΠΟΥ ειναι ο παπάς?" παίχτηκε στο Χρηματιστήριο. Εκατοντάδες χιλιάδες κορόιδα νομίσανε οτι θα πιάσουνε κορόιδο τον παπατζή. Φυσικά ακόμα ψάχνουν τον παπά και τα χρήματα τους που πετάξανε μακριά απο τον έμορφο τουτο τόπο.
Και μιας που είπα έμορφος τόπος, ας έρθω και στη μεγαλύτερη κλειστή παρτίδα "εδώ παπας, εκει παπάς" που βρίσκεται σε εξέλιξη. Αυτη τη στιγμή, το κράτος παίζει - στο όνομα μας - το παρόν και το μέλλον μας, απέναντι στους μεγαλύτερους παπατζήδες του σύμπαντος. 'Ενα κράτος που απο γεννησιμιού του έδειξε μεγάλη ροπή στη χαρτοπαιξία έχει μπλέξει σε ένα αέναο παιχνίδι χρεών προς τους μεγαλύτερους παίκτες.

Αχρηστες γνώσεις για τον έλληνα πολίτη:
Η Ελλάδα είναι ο 5ος μεγαλύτερος αγοραστής οπλικών συστημάτων στον κόσμο (και ο 1ος στην Ευρώπη)
Στην Ελλάδα των 10.000.000 ανθρώπων αντιστοιχεί το 4% των συνολικών πολεμικών προμηθειών ενος πλανήτη που έχει 6.97 δις πληθυσμο

Όταν μια χώρα σε καιρό ειρήνης φέρεται να χρειάζεται τόσα πολλά οπλικά συστήματα, κάτι δεν πάει καλά. Η απάντηση είναι: Προφανώς εμείς.
Μια καλή ερώτηση ειναι: Γιατι ενώ η Γερμανία μας πιέζει να γινουν και αλλες περικοπές και μειωση εξόδων, την ίδια στιγμή μας κάνει επείγουσα σύσταση να αγοράσουμε τα Eurofighters της?
Η Γερμανία ειναι η 3η χώρα παγκοσμίως σε παραγωγή οπλικών συστημάτων, ευτυχώς που δεν είναι σε παραγωγή διακοσμητικών νάνων για τον κήπο γιατι θα είχαμε τόσους που δεν θα ξέραμε που να τους βάλουμε. Ιδέες βέβαια τώρα που το σκέφτομαι υπάρχουν.
Το 4,3% του ΑΕΠ μας λοιπόν πάει στην αγορά οπλικών συστημάτων και διακοσμητικών νάνων για τον κήπο.
Η εύλογη ερώτηση ειναι, μα καλά, εν μέσω οικονομικής κρίσης ψωνίζουμε σκευος για φοντυ? Θυμαστε κάτι διαφημίσεις που λέγανε πάρε το σκεύος για φοντύ σημερα και ξεκίνα να το πληρωνεις σε 4 χρόνια? Ε, άρχισε η δόση, Θεοδόση.
Και τώρα που είπα Θεοδόση, θυμήθηκα τον φιλέλληνα Σαρκοζί που όταν πήγε ο Παπανδρέου στη Γαλλία τις προάλλες, μετά απο το 'μπονζούρ Ζωρζ' του είπε 'θελω να αγοράσεις 6 φρεγάτες, 15 ελικόπτερα και 40 μαχητικά αεροσκάφη τύπου Rafale, πώς πάει η λιτότητα μον αμι?
Οι γαλλο-γερμανοί ειναι φίλοι μας, οι γαλλο-γερμανοί είναι φίλοι μας, παραμιλούσε ο πρωθυπουργός στο αεροπλάνο καθως επέστρεφε.
Νομίζω πως οι γερμανοί εχουν εκνευριστει μαζι μας γιατι εχουν ξεκωλωθεί να μας λαδώνουν και η δουλειά δεν προχωράει όπως θέλουνε. Πρέπει να φορολογηθούμε σωστά σαν δουλοπάροικοι για να πάρουν τα λεφτουδάκια τους. Οταν λέω για λάδωμα δεν μιλάω για την Siemens, ουτε για την ΜΑΝ, ουτε για την Daimler αλλα για την Ferrostall που επέμενε να μας φτιάξει 4 υποβρύχια (τζαμπα πράγμα, 1,8δις). Σκορπίσανε τόσα λεφτά απο εδώ και απο εκει σε ενδιαμεσους με καίριες θέσεις. Πάω στοιχημα οτι δεν θα μάθουμε ποτέ ποιοι πλουτισαν, στο κάτω κάτω η δουλειά μας ειναι απλά να πληρώνουμε.

Κλείνω, με ένα σύντομο μηνυμα προς τον πρωθυπουργο:
Κοιτα με στα μάτια Γιώργο, καταλαβαίνεις οτι καταλαβαίνω. Παράτα τον τζόγο, θα μας βγαλουν στο παζάρι με χαλκά στη μύτη οι κερδοσκόποι. Βρε, θα πάω στην Ισλανδία και θα τρώω ρέγγες για πρωινο, μα στο λέω σοβαρά δεν θα πληρωσω εγω τα σπασμένα των αλλων. Δεν πληρώνω, δεν πληρώνω!